Ομόφωνα αντισυνταγματικός κρίθηκε από την Ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου ο νόμος περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας του 2000 έως 2021, ο οποίος προβλέπει για μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ επί οποιασδήποτε συναλλαγής, που εκάστοτε εμπίπτει στο Δωδέκατο Παράρτημα.
Σύμφωνα με την απόφαση που εξέδωσε την Τετάρτη το Ανώτατο Δικαστήριο «ο υπό Αναφορά Νόμος παραβιάζει την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών, ως εκ τούτου κρίνεται, καθ΄ ολοκληρία, ως αντισυνταγματικός».
Όπως αναφέρει η γνωμάτευση του Δικαστηρίου «το Δωδέκατο Παράρτημα περιλαμβάνει καθορισμένες περιπτώσεις συναλλαγών, που υπόκεινται σε τέτοιο μειωμένο συντελεστή», ενώ σημειώνεται πως «το Υπουργικό Συμβούλιο, σύμφωνα με την παράγραφο (2) του ιδίου Άρθρου δύναται με διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να τροποποιεί το Δωδέκατο Παράρτημα προσθέτοντας ή διαγράφοντας από αυτό οποιαδήποτε περιγραφή ή τροποποιώντας οποιαδήποτε περιγραφή που εκάστοτε προσδιορίζεται σε αυτό».
Όπως εξηγεί το Ανώτατο στις 3 Δεκεμβρίου του 2021, η Βουλή των Αντιπροσώπων ψήφισε τον αναφερόμενο περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας τροποποιητικό νόμο και τροποποίησε το Δωδέκατο Παράρτημα του βασικού Νόμου, με την προσθήκη, αμέσως μετά την παράγραφο αυτού, της ακόλουθης νέας παραγράφου «Παροχή ηλεκτρικού ρεύματος».
Συνακόλουθα, αναφέρει, «με την εν λόγω τροποποίηση, αντικείμενο της παρούσας Αναφοράς, η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος εμπίπτει πλέον στις περιπτώσεις, που υπόκεινται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ».
Αναφέρει πως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε ζητήσει τη γνωμοδότηση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κατά πόσο ο υπό αναφορά Νόμος βρίσκεται σε αντίθεση ή είναι ασύμφωνος προς τις διατάξεις των ΄Αρθρων 61, 167, 169 και 179 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, με την Αρχή της Διάκρισης των Εξουσιών, από την οποία διαπνέεται το Σύνταγμα, με το Δημοσιονομικό Σύμφωνο και με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως σημειώνει, η Βουλή των Αντιπροσώπων μέσα από τη ψήφιση νόμων, όπως ο υπό αναφορά, που επηρεάζουν ουσιαστικά τον σχεδιασμό της δημοσιονομικής πολιτικής, παρεμβαίνει στην προσπάθεια της Εκτελεστικής Εξουσίας να εκπληρώσει τις δημοσιονομικές της υποχρεώσεις, παραβιάζει το ενωσιακό δίκαιο και επηρεάζει τον δημοσιονομικό προγραμματισμό και δεσμεύσεις της Δημοκρατίας έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ειδικότερα, μεταξύ άλλων, η πλευρά του Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρέπεμψε στην Οδηγία 2006/112/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με την Οδηγία 2009/162/ΕΕ, σχετικά με το κοινό σύστημα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, το Άρθρο 102 της οποίας διαλαμβάνει ότι «τα κράτη μέλη, έπειτα από διαβούλευση με την επιτροπή ΦΠΑ μπορούν να εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή στην προμήθεια φυσικού αερίου, ηλεκτρικής ενέργειας ή αστικής θέρμανσης».
Σύμφωνα με το Ανώτατο Δικαστήριο «τέτοια διαβούλευση δεν έγινε πριν από την ψήφιση του υπό αναφορά Νόμου».
Υπενθυμίζεται ότι από τον Ιανουάριο είχε προχωρήσει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σε αναφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο, για τον νόμο που αφορά στην οριζόντια μείωση του ΦΠΑ στην κατανάλωση ρεύματος από το 19% στο 9% με ανοικτή διάρκεια.
Ανακοίνωση για το θέμα εξέδωσε και το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα. Όπως αναφέρεται, τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας εκπροσώπησαν ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας Σάββας Αγγελίδης και η Έλενα Συμεωνίδου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
ΚΥΠΕ