Με τον φόβο τα γερμανικά νοικοκυριά να παγώσουν κατά τη διάρκεια του βαρετού χειμώνα, η Κυβέρνηση Συνασπισμού στη Γερμανία αποφάσισε την επιστροφή στη χρήση άνθρακα και στη συνέχιση της παραγωγής πυρηνικής ενέργειας.
Η αύξηση των τιμών των καυσίμων και η εξάρτηση της Γερμανίας από το ρωσικό φυσικό αέριο οδηγεί τον κυβερνητικό συνασπισμό, με τις ευλογίες της αντιπολίτευσης, των Χριστιανοδημοκρατών και Χριστιανοκοινωνικών CDU/CSU, στη λήψη μέτρων μη φιλικών προς το περιβάλλον.
Η Γερμανία λοιπόν, η πλουσιότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα βιώσει πιθανόν παρόμοιες καταστάσεις με αυτές του Β΄Παγκόσμιου Πολέμου, όταν στο κατεστραμμένο Βερολίνο αρκετά νοικοκυριά δεν διέθεταν θέρμανση και ζεστό νερό λόγω της φτώχιας και της ανεργίας.
Η αύξηση στις τιμές των καυσίμων όχι μόνο οδηγεί τη Γερμανική Κυβέρνηση στη λήψη μη φιλικών προς το περιβάλλον αποφάσεων, αλλά, ίσως και να επαναφέρει στο προσκήνιο ακροδεξιές και εξτρεμιστικές οργανώσεις που στρέφονται ενάντια στους ξένους και στις ευάλωτες ομάδες πληθυσμού εκμεταλλευόμενες την ακρίβεια, την ανεργία, την επισιτιστική κρίση και την αύξηση των τιμών των καυσίμων. Αν λάβουμε υπόψη και την τελευταία απόφαση της Κυβέρνησης για ενίσχυση του στρατιωτικού εξοπλισμού, εύκολα θα μπορούσε κάποιος να συμπεράνει ότι η Γερμανία βρίσκεται σε αναβρασμό και ότι ο Κυβερνητικός Συνασπισμός γίνεται ολοένα και πιο συντηρητικός.
Αν αναλογιστεί επίσης κάποιος ότι την εξωτερική πολιτική και την πολιτική για την κλιματική αλλαγή την καθορίζουν οι δύο συνπρόεδροι των Πρασίνων, εύκολα γίνεται κατανοητό ότι ακόμα και οι Πράσινοι έχουν κάνει μια πιο συντηρητική στροφή κερδίζοντας συνεχώς την εμπιστοσύνη της αντιπολίτευσης. Ο σοσιαλδημοκράτης SPD καγκελάριος Σολτς δεν ταράζεται από τις δηλώσεις και ενέργειες των δύο Πρασίνων υπερυπουργών του, αφού πιθανόν αυτές να γίνονται με την συγκατάθεση του.
Η πραγματική αντιπολίτευση φαίνεται να προέρχεται κυρίως από τον παρολίγο υποψήφιο καγκελάριο, Βαυαρό Πρωθυπουργό της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης CSU Ζοέτερ, ο οποίος σε πρόσφατη συνέντευξη του στο γερμανικό περιοδικό Stern τοποθετήθηκε υπέρ των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, φτωχών και ευάλωτων ομάδων πληθυσμού, αναγνωρίζοντας έτσι την απουσία των Σοσιαλδημοκρατών από τη βάση της κοινωνίας των πολιτών.
Ως παραδοσιακός, συντηρητικός πολιτικός ο Βαυαρός Πρωθυπουργός δεν δίστασε να δηλώσει ότι στο ομόσπονδο κρατίδιο της Βαυαρίας, οι άνθρωποι ζουν καλά, έχουν χαμηλή ανεργία και ότι η Κυβέρνηση Συνασπισμού θα πρέπει να μεριμνήσει, ούτως ώστε οι πολίτες να μην γίνουν φτωχότεροι. Κάλεσε επίσης όσους δυσκολεύονται οικονομικά να αγοράσουν σνίτσελ, να γίνουν χορτοφάγοι!
Ο Ζοέτερ, εν μέσω πλην σαφώς, στέλνει μηνύματα στο Βερολίνο ότι θα πρέπει να έχουν την Βαυαρία και την Πρωθυπουργία του ως πρότυπο αν θέλουν να ξεπεράσουν την οικονομική κρίση. Δεν δίστασε επίσης να απευθυνθεί στο κόμμα του Σολτς, τους Σοσιαλδημοκράτες, τονίζοντας ότι το Κόμμα του το CSU, γεμίζει ολάκερες σκηνές με κόσμο για να πιούν την παραδοσιακή μπύρα, ενώ αυτοί μόλις που γεμίζουν ένα τραπέζι!
Η Γερμανία οδεύει λοιπόν προς μια πιο συντηρητική πολιτική πορεία για να ανταπεξέλθει οικονομικά, ενώ ενισχύεται στρατιωτικά και βάζει την όπισθεν στην προστασία του περιβάλλοντος. Η αντιπολίτευση CDU/CSU αναγνωρίζοντας ότι ο μεγάλος της πολιτικός αντίπαλος είναι οι Πράσινοι και όχι οι αδύνατοι Σοσιαλδημοκράτες του Καγκελάριου Σολτς άρχισαν να προωθούν πιο φιλικές προς το περιβάλλον πολιτικές, ενώ διατηρούν στενή επαφή με τη βάση των ψηφοφόρων.
Η Παράδοση, δηλαδή τα δερμάτινα γιλέκα, τα κοντά παντελόνια και η γαλανόλευκη σημαία της Βαυαρίας που θέλει να προωθήσει ως πρότυπο και στην υπόλοιπη Γερμανία ο Πρωθυπουργός του ομώνυμου ομοσπονδιακού κρατιδίου, αποτελούν τη ψυχή των συντηρητικών. Ποιος θα καταφέρει όμως να αποτρέψει ένα παρόμοιο φαινόμενο με αυτό του «Χειμώνα του μεγάλου λιμού» του 1946-47, όταν οι αρκτικές θερμοκρασίες επέφεραν αρκετούς θανάτους, οι συντηρητικοί που τείνουν να γίνουν πιο πράσινοι ή οι Πράσινοι που γίνονται πιο συντηρητικοί;