Η πολιτεία οφείλει να παρέχει ποιοτικές υπηρεσίες σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας προσαρμοσμένες στις ανάγκες συγκεκριμένων ομάδων (π.χ. νέοι και ευπαθείς ομάδες) χωρίς διακρίσεις ή φόβο επικρίσεων, είπε η Επίτροπος Ισότητας Φύλου Ιωσηφίνα Αντωνίου, σημειώνοντας παράλληλα ότι έχουμε μακρύ δρόμο μπροστά μας για να φτάσουμε στα επιθυμητά αποτελέσματα.
Σε χαιρετισμό της σε ημερίδα που διοργάνωσε ο Εθνικός Μηχανισμός για τα Δικαιώματα της Γυναίκας (ΕΜΔΓ) με θέμα «Σεξουαλικά και Αναπαραγωγικά Δικαιώματα: Συνηγορία για Ασφαλείς, Νόμιμες και Προσβάσιμες Υπηρεσίες», η Επίτροπος ανέφερε ότι κανένα κράτος δεν μπορεί να επιτύχει το υψηλότερο δυνατό επίπεδο υγείας εάν δεν αναγνωριστούν και προαχθούν πλήρως η σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία και τα συναφή δικαιώματα για όλους.
Επεσήμανε ότι «στη χώρα μας έχουμε κάνει κάποια βήματα, όχι όμως ολοκληρωμένα. Έχουμε μακρύ δρόμο μπροστά μας για να φτάσουμε στα επιθυμητά αποτελέσματα. Στα θετικά καταγράφουμε την αλλαγή της νομοθεσίας για τις εκτρώσεις, την αποποινικοποίηση των αμβλώσεων μέχρι 12 εβδομάδες ή μέχρι 19 εβδομάδες λόγω βιασμού, υγείας της μητέρας ή του εμβρύου, δίνοντας έτσι το δικαίωμα στη γυναίκα να αποφασίζει η ίδια για το σώμα της».
Η Επίτροπος ανέφερε ότι με πρωτοβουλία του Εθνικού Μηχανισμού για τα Δικαιώματα της Γυναίκας, υλοποιούνται σε σταθερή και συστηματική βάση δράσεις και προγράμματα που έχουν ως στόχο την ευαισθητοποίηση και ενημέρωση της κοινωνίας των πολιτών και ιδιαίτερα των γυναικών γι αυτά τα θέματα. Είπε πως η εκδήλωση είναι η αρχή μιας εκστρατείας ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των γυναικών γύρω από τα αναπαραγωγικά τους δικαιώματα και τη σεξουαλική υγεία, εκστρατεία για την οποία θα δαπανηθεί το ποσό των 20.000 από τον προϋπολογισμό του ΕΜΔΓ.
Τα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος στην υγειονομική περίθαλψη της μητέρας και στον οικογενειακό προγραμματισμό, είπε η κ. Αντωνίου, περιλαμβάνουν ελευθερίες και δικαιώματα που συνδέονται με πολλά από τα ήδη καθιερωμένα αστικά, πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματα.
«Παρότι τα σεξουαλικά και τα αναπαραγωγικά δικαιώματα είναι δύο διαφορετικές έννοιες, τα αναπαραγωγικά δικαιώματα αποτελούν μια πτυχή των σεξουαλικών δικαιωμάτων, με τον ίδιο τρόπο που τα σεξουαλικά δικαιώματα αποτελούν μέρος των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων», σημείωσε.
Ανέφερε ότι τα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώματα είναι ανθρώπινα δικαιώματα, οι παραβιάσεις των οποίων αποτελούν παραβίαση των δικαιωμάτων των γυναικών και των κοριτσιών στην ισότητα, στην αμερόληπτη μεταχείριση, στην αξιοπρέπεια και στην υγεία, καθώς και σε μια ζωή απαλλαγμένη από απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση.
«Η σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία και τα συναφή δικαιώματα αφορούν κάθε άνθρωπο σε κάθε στάδιο της ζωής του, αποτελώντας, συνεπώς, ζήτημα που δεν παύει ποτέ να απασχολεί άνδρες και γυναίκες· λαμβάνοντας υπόψη ότι τα προγράμματα σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας και συναφών δικαιωμάτων πρέπει να προσαρμόζονται στις διαφορετικές ανάγκες και προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι στις διαφορετικές φάσεις της ζωής τους», πρόσθεσε.
Είπε ότι η ανισότητα λόγω φύλου αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους δεν έχει εξασφαλιστεί η σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία γυναικών και εφήβων. Έκανε ακόμη λόγο για στερεοτυπικές αντιλήψεις όσον αφορά τη γυναικεία και την ανδρική φύση γενικότερα, καθώς και σε αντιλήψεις σχετικά με τη σεξουαλικότητα των κοριτσιών και των γυναικών ειδικότερα, που όπως είπε, αποτελούν σημαντικό εμπόδιο για την εξασφάλιση της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας και των συναφών δικαιωμάτων.
Επεσήμανε ότι η ακούσια και ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα για πολλές γυναίκες στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων έφηβων κοριτσιών, και το ότι σε σχεδόν ένα τρίτο των κρατών μελών, τα αντισυλληπτικά δεν καλύπτονται από τη δημόσια ασφάλιση υγείας, γεγονός που συνιστά σοβαρό εμπόδιο για την πρόσβαση συγκεκριμένων ομάδων γυναικών σε αυτά, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών με χαμηλό εισόδημα, των εφήβων και των γυναικών που ζουν σε βίαιες σχέσεις.
Ανέφερε επίσης, ότι οι γυναίκες επηρεάζονται δυσανάλογα από την έλλειψη σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας και των συναφών δικαιωμάτων λόγω της φύσης της ανθρώπινης αναπαραγωγής και του βασιζόμενου στο φύλο κοινωνικού, νομικού και οικονομικού πλαισίου στο οποίο λαμβάνει χώρα.
Η κ. Αντωνίου είπε ότι τα Σεξουαλικά και Αναπαραγωγικά Δικαιώματα θα πρέπει να αντιμετωπίζονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο διαρθρωτικών διακρίσεων και ανισοτήτων μεταξύ των φύλων προσθέτοντας ότι αυτό θα επιφέρει σειρά θετικών εξελίξεων για την πρόληψη ανεπιθύμητων εγκυμοσύνων με την πρόσβαση στην αντισύλληψη και ασφαλείς υπηρεσίες άμβλωσης καθώς και στην ολοκληρωμένη σεξουαλική αγωγή και φιλικές προς τους νέους υπηρεσίες, όπως διασφάλιση της καθολικής πρόσβασης σε ολοκληρωμένες πληροφορίες, εκπαίδευση και υπηρεσίες στον τομέα της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας και των συναφών δικαιωμάτων.
Επίσης, σημείωσε ότι θα προσφέρει φιλικές προς τους εφήβους υπηρεσίες σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας που θα είναι σύμφωνες με την ηλικία, την ωριμότητα και τις εξελισσόμενες ικανότητές τους, δεν θα εισάγουν διακρίσεις λόγω φύλου, οικογενειακής κατάστασης, αναπηρίας και σεξουαλικού προσανατολισμού/ταυτότητας και δεν θα είναι αναγκαία η συγκατάθεση γονέα ή κηδεμόνα για την πρόσβαση σε αυτές.
Ακόμη, συνέχισε, θα επιφέρει την υποχρεωτική σεξουαλική αγωγή και εκπαίδευση στις συναισθηματικές σχέσεις για όλα τα παιδιά και τους εφήβους, όπως προγράμματα και μαθήματα σε επίπεδο μεταπτυχιακής κατάρτισης και εκπαίδευσης για θέματα που αφορούν τη σεξουαλική υγεία και τα αναπαραγωγικά δικαιώματα, που να απευθύνονται σε φοιτητές ιατρικής και σε επαγγελματίες στον χώρο της υγείας.
«Η σεξουαλική αγωγή πρέπει να περιλαμβάνει την καταπολέμηση των στερεοτύπων και των προκαταλήψεων, καθώς και κάθε μορφής βίας λόγω φύλου και βίας εναντίον γυναικών και κοριτσιών, να παρέχει πληροφορίες και να καταγγέλλει τις διακρίσεις λόγω φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού», τόνισε.
ΚΥΠΕ