Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε πρόσφατα μια ειδική έκθεση πολιτικής του 2023 για την αναγνώριση των ευάλωτων περιοχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον ασβέστη και στους σεισμικούς κινδύνους. Η κλιματική αλλαγή και τα ακραία καιρικά φαινόμενα αναγκάζουν την Ε.Ε. να παρακολουθεί στενά τις φυσικές καταστροφές, όπως οι σεισμοί, οι οποίοι καταστρέφουν κτήρια, αρκετά από τα οποία περιέχουν αμίαντο, ο οποίος απελευθερώνει επιβλαβείς ίνες για την ανθρώπινη υγεία.
Τα κτήρια, όπως αναφέρεται στην ειδική επιστημονική έκθεση, ευθύνονται για το 45% της κατανάλωσης ενέργειας και το 36% στην παραγωγή ρύπων στην Ε.Ε. Για να καταστούν όμως τα κτήρια πιο ανθεκτικά στους σεισμούς, πιο φιλικά προς το περιβάλλον και για να απομακρυνθούν οι ίνες αμιάντου που περιέχουν τα οικοδομικά υλικά χρειάζεται ειδική χορηγία από τα κράτη – μέλη της Ε.Ε. αφού τα νοικοκυριά από μόνα τους δεν μπορούν να επιβαρυνθούν το κόστος ανακαίνισης.
Ο αμίαντος που βρίσκεται στους τοίχους, στο πάτωμα και στις οροφές, είναι επιβλαβής, τόσο για τους ένοικους, όσο και για τους εργάτες που ασχολούνται με την τοποθέτηση και απομάκρυνση του. Τη δεκαετία του 1980 η κατανάλωση ακατέργαστου αμιάντου ανερχόταν στα 1,2 εκατομμύρια τόνους ενώ το 2000 περιορίστηκε στις 40 χιλιάδες τόνους. Τα σπίτια στην Ευρώπη που χτίστηκαν μεταξύ 1960 και 1990 περιείχαν ψηλά ποσοστά, ενώ στην Κύπρο παρατηρείτο μια αυξημένη τάση στη χρήση αμιάντου, κυρίως επί Αγγλοκρατίας, μεταξύ 1920 και 1945. Η Κύπρος μαζί με τη Φιλανδία, Δανία, Σλοβακία, Εσθονία, Βέλγιο και Λουξεμβούργο συγκαταλέγονται στις χώρες με αυξημένη χρήση αμιάντου στις κατοικίες, όπως και η Λιθουανία, Λετονία, Τσεχία και Ουγγαρία. Περιορισμένη χρήση αμιάντου παρατηρείται στην Ελλάδα, Κάτω Χώρες, Πορτογαλία, Ιρλανδία, Κροατία, Ρουμανία και Σλοβενία.
Η χρήση αμιάντου στην κατασκευαστική βιομηχανία συνδέεται με ψηλό σεισμικό ρίσκο, καθιστώντας τις κατοικίες πολύ ευάλωτες στις σεισμικές δονήσεις. Ιδιαίτερα στη Νότια Ευρώπη και κυρίως στην Ιταλία και στην Κύπρο, όπου οι σεισμικές δονήσεις αποτελούν συχνό φαινόμενο, η κατάρρευση σπιτιών αποδεσμεύει στην ατμόσφαιρα βλαβερές ίνες και σκόνη αμιάντου, οι οποίες εισπνέονται από τους πολίτες.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία ανέδειξε την ανάγκη προστασίας των κατοίκων από τα κατάλοιπα αμιάντου, αφού λόγω των βομβαρδισμών καταστράφηκαν γύρω στις 250 χιλιάδες κτήρια, αποδεσμεύοντας μεταξύ 5 – 10 τόνων αμίαντο στην ατμόσφαιρα. Οι τοπικές αρχές επιβαρύνονται με τον εντοπισμό περιοχών που επηρεάζονται από τη σκόνη αμιάντου θέτοντας έτσι σε κίνδυνο τους δημοτικούς εργάτες, ενώ ταλαιπωρούνται από τις γραφειοκρατικές διαδικασίες για πλήρη αποκατάσταση των ευάλωτων στον αμίαντο περιοχών.
Τα παλιά κτήρια, και κυρίως αυτά που χτίστηκαν πριν το 2001 που αποτελούν το 85% του συνολικού οικιστικού στόλου στην Ε.Ε. δεν εξασφαλίζουν υγιές καταφύγιο στους ένοικους, αφού περιέχουν επικίνδυνα και καρκινογόνα υλικά. Η έκθεση στον αμίαντο προκαλεί μεταξύ 30 και 90 χιλιάδες θανάτους τον χρόνο στην Ε.Ε., κυρίως από καρκίνο στους πνεύμονες. Παρόλη την απαγόρευση στην Ε.Ε. της χρήσης αμιάντου το 2005, εξακολουθούν να υπάρχουν υπολείμματα στις οικοδομές, οι οποίες αποτελούν σοβαρό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία.
Οι φυσικές καταστροφές, όπως οι σεισμοί, οι πλημμύρες, οι ανεμοστρόβιλοι και οι πυρκαγιές συμβάλλουν στην απελευθέρωση επικίνδυνων ινών αμιάντου. Ο σωστότερος τρόπος απαλλαγής από τον αμίαντο είναι η προσεκτική απομάκρυνση του και η ανακαίνιση των κτηρίων με τη στήριξη της Ε.Ε., κάτι που θα συμβάλει στη βελτίωση της ποιότητας των εσωτερικών χώρων των κτηρίων, στη βελτίωση της ανθεκτικότητας των κατοικιών στους σεισμούς, κάτι που θα πρέπει να θέσουν ως προτεραιότητα τους, κυρίως οι χώρες της Νότιας Ευρώπης.
Η Κύπρος, παρόλες τις προσπάθειες που καταβάλλονται για απομάκρυνση του αμιάντου από τις οικίες αλλά και το σύστημα υδροδότησης, βρίσκεται στην τρίτη από το τέλος θέση, μπροστά από τη Λιθουανία και τη Λετονία, αφήνοντας έτσι τους πολίτες εκτεθειμένους στις καρκινογόνες ίνες του αμιάντου.