Καυτό ζήτημα παραμένει ο νέος τρόπος κατανομής της κρατικής χορηγίας των 117 εκατομμυρίων ευρώ στους Δήμους, ένα θέμα που απασχολεί έντονα τόσο το Υπουργείο Εσωτερικών όσο και την Ένωση Δήμων Κύπρου. Στόχος της διαδικασίας είναι η εξεύρεση μιας δίκαιης και βιώσιμης φόρμουλας που θα ικανοποιεί όλες τις πλευρές, καταργώντας τις στρεβλώσεις του παρελθόντος.
Το προηγούμενο σύστημα και οι στρεβλώσεις του
Κοινώς αποδεκτό είναι το γεγονός ότι το προηγούμενο σύστημα κατανομής παρουσίαζε σοβαρές ανομοιομορφίες, όπως έχουν επισημάνει επανειλημμένα τα εμπλεκόμενα μέρη. Από το συνολικό ποσό των 75 εκατομμυρίων ευρώ που λάμβαναν οι Δήμοι πριν τη μεταρρύθμιση, τα 50 εκατομμύρια κατανέμονταν κατά το ένα τρίτο ισομερώς και τα δύο τρίτα βάσει πληθυσμιακών δεδομένων. Τα υπόλοιπα 25 εκατομμύρια δίνονταν στη βάση αναχρονιστικών μηχανισμών, όπως η εισφορά έναντι απώλειας του επαγγελματικού φόρου, ο οποίος είχε καταργηθεί το 2004, και ο φόρος «διαπύλια», που αποτελούσε κατάλοιπο παλαιότερων εποχών. Οι μηχανισμοί αυτοί συχνά ευνοούσαν τους μεγαλύτερους Δήμους, όπως η Λευκωσία, και ενδεχομένως αδικούσαν μικρότερους Δήμους.
Αύξηση χορηγίας και ανάγκη για εξεύρεση νέου μηχανισμού
Μετά τη μεταρρύθμιση, η κρατική χορηγία αυξήθηκε κατά 55%, φτάνοντας τα 117 εκατομμύρια ευρώ, στα οποία, να σημειωθεί, δεν εντάχθηκε το ποσό που λάμβαναν κοινότητες που ενώθηκαν με Δήμους από τις Επαρχιακές Διοικήσεις. Τα νέα δεδομένα δημιούργησαν την ανάγκη για έναν νέο, ορθολογικό μηχανισμό κατανομής, ο οποίος λαμβάνει υπόψη συγκεκριμένα κριτήρια, όπως προνοεί και η νέα νομοθεσία.
Το Υπουργείο Εσωτερικών πριν από αρκετούς μήνες παρουσίασε τρία σενάρια κατανομής, όπου το κριτήριο του πληθυσμού είχε τη μεγαλύτερη βαρύτητα. Στα κριτήρια περιλαμβάνονταν επίσης η πληθυσμιακή και οικιστική πυκνότητα, η έκταση, το κατά κεφαλή εισόδημα, η δομημένη περιοχή, η πρωτεύουσα, ο αριθμός διανυκτερεύσεων και η κατηγοριοποίηση σε ορεινές, ακριτικές και μειονεκτικές περιοχές. Ωστόσο, ορισμένα από αυτά τα κριτήρια θεωρήθηκαν προβληματικά, καθώς είτε συμπίπταν είτε βασίζονταν σε ελλιπή δεδομένα.
Η Ένωση Δήμων ανέλαβε να διαμορφώσει τη δική της πρόταση, λαμβάνοντας υπόψη τις επισημάνσεις των μελών της και τις κατευθυντήριες γραμμές της νομοθεσίας. Σε πρώτη φάση, ορισμένα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Δήμων πρότειναν την εφαρμογή μιας οριζόντιας αύξησης της κρατικής χορηγίας κατά 55% για όλους τους Δήμους, με την προοπτική στη συνέχεια να πραγματοποιηθεί αξιολόγηση των οικονομικών τους δεδομένων και να επαναπροσδιοριστεί το ποσοστό αύξησης όπου κρινόταν αναγκαίο. Ωστόσο, η πρόταση αυτή απορρίφθηκε, καθώς το Υπουργείο Εσωτερικών τόνισε ότι η νομοθεσία πλέον απαιτεί την κατανομή της χορηγίας βάσει συγκεκριμένων και σαφώς καθορισμένων κριτηρίων.
Η πρόταση για τον νέο τρόπο κατανομής
Μετά από εντατικές διαβουλεύσεις, διαμορφώθηκε ένας μηχανισμός κατανομής που βασίζεται σε συγκεκριμένα κριτήρια και ο οποίος παρουσιάστηκε και στο πλαίσιο της 44ης Γενικής Συνέλευσης της Ένωσης Δήμων, που πραγματοποιήθηκε στις 25 Νοεμβρίου. Το κριτήριο του πληθυσμού κατέχει τη μεγαλύτερη βαρύτητα, αγγίζοντας το 70%. Η μητροπολιτική σημασία αντιστοιχεί στο 10%, ως αποτέλεσμα της αρχικής επιμονής του Υπουργείου Εσωτερικών να δοθεί προτεραιότητα στην πρωτεύουσα, όπως συμβαίνει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Η Ένωση Δήμων επεδίωξε να εξισορροπήσει αυτή τη στρέβλωση, εισάγοντας τη μητροπολιτική σημασία ως ειδικότερο κριτήριο. Η οικιστική πυκνότητα λαμβάνει βαρύτητα 8%, το ίδιο και οι ορεινές και ακριτικές περιοχές, ενώ η έκταση έχει βαρύτητα 4%. Επιπλέον, η πρόταση περιλαμβάνει την πρόβλεψη ότι κανένας Δήμος δεν θα λάβει αύξηση μικρότερη του 40%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με το Υπουργείο Εσωτερικών, ως ακριτικές περιοχές θεωρούνται εκείνες που επωφελούνται από το υφιστάμενο ειδικό σχέδιο. Ωστόσο, με τις νέες προσθήκες, εντάχθηκαν και περιοχές που συνορεύουν με τα κατεχόμενα, όπως ο Δήμος Λατσιών – Γερίου λόγω του Δήμου Γερίου, η Αθηένου, ο Δήμος Αραδίππου λόγω των Τρούλλων, ο Δήμος Παραλιμνίου – Δερύνειας λόγω της Δερύνειας και ο Δήμος Αγίας Νάπας λόγω της Άχνας. Σημαντικό είναι επίσης ότι στην κατηγορία αυτή εντάχθηκαν Δήμοι με πληθυσμό μικρότερο των 14 χιλιάδων, οι οποίοι, λόγω του μικρού αυτού αριθμού, δεν μπορούσαν να λάβουν την ελάχιστη αύξηση του 40%. Χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων περιοχών είναι η Πόλη Χρυσοχούς, ο Ακάμας και τα Ιεροκηπία.
Οι αντιδράσεις
Παρά τη μελέτη και τις προσαρμογές που πραγματοποιήθηκαν, η πρόταση συνάντησε αντιδράσεις. Μεγαλύτεροι Δήμοι, οι οποίοι λάμβαναν κονδύλια κοντά στο κατώτατο όριο αύξησης του 40%, έδειξαν αρχικά δυσαρέσκεια, καθώς με τη λογική της οριζόντιας αύξησης θα λάμβαναν ποσοστό αύξησης της τάξης του 55%, αλλά τελικά αποδέχθηκαν την πρόταση για το γενικό καλό της μεταρρύθμισης.
Αντίθετα, μικρότεροι Δήμοι, όπως η Πόλη Χρυσοχούς, εξέφρασαν εντονότερες διαφωνίες. Σε ανακοίνωσή του, ο Δήμος Πόλης Χρυσοχούς υποστήριξε ότι η πρόταση αδικεί περιοχές με μεγάλη γεωγραφική έκταση αλλά μικρό πληθυσμό, ενώ δίνει υπέρμετρη έμφαση στο κριτήριο του πληθυσμού. Υπογράμμισε επίσης τις ιδιαίτερες ανάγκες του, καθώς πρόκειται για τον μεγαλύτερο σε έκταση Δήμο της Κύπρου, με πολλές αρμοδιότητες που απαιτούν σημαντικούς πόρους. Η θέση του Δήμου Πόλης Χρυσοχούς είναι να μην γίνει αποδεκτή η πρόταση της Ένωσης Δήμων, αλλά να πραγματοποιηθεί διαπραγμάτευση με τη συμμετοχή όλων των Δημάρχων.
Συνάντηση Δημάρχων τον Δεκέμβριο
Η Ένωση Δήμων, λαμβάνοντας υπόψη τις αντιδράσεις, έχει προγραμματίσει συνάντηση με όλους τους Δημάρχους μέσα στον Δεκέμβριο, προκειμένου να συζητηθούν περαιτέρω τα ζητήματα και να διερευνηθούν πιθανές τροποποιήσεις. Ωστόσο, δεν υπάρχει δέσμευση για αλλαγές στην υφιστάμενη πρόταση, ενώ οι τελικές εξελίξεις αναμένονται εντός των επόμενων εβδομάδων.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι το θέμα της κατανομής της κρατικής χορηγίας θα παραμείνει στο προσκήνιο, καθώς πρόκειται για μια πολύ σημαντική παράμετρο στην ομαλή λειτουργία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης υπό τα νέα δεδομένα. Η συνάντηση των Δημάρχων μέσα στον Δεκέμβριο αναμένεται να κρίνει κατά κάποιον τρόπο αν η προτεινόμενη φόρμουλα μπορεί να γεφυρώσει τις διαφορές που προέκυψαν και να θέσει τα θεμέλια για μια σύγχρονη και βιώσιμη αυτοδιοίκηση, που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες τόσο των μικρών όσο και των μεγάλων Δήμων, αλλά κυρίως των δημοτών.