Του Δημήτρη Ξιούρουππα*
Η διαμεσολάβηση μεταξύ πελατών, φυσικών ή/και νομικών προσώπων, με πιστωτικά ιδρύματα (τράπεζες), δυστυχώς έχει παρεξηγηθεί. Αφενός η μη επαρκής πληροφόρηση και αφετέρου η εκμετάλλευση του κόσμου από τους “ειδικούς” επαγγελματίες και μη, έχουν περάσει στην κοινή γνώμη πολύ λανθασμένες εντυπώσεις. Εντυπώσεις όπως, δεν πρέπει να πληρώνουμε τις δόσεις μας, η τράπεζα δε θα πουλήσει το σπίτι μας, να πιέσουμε την τράπεζα για μεγάλες εκπτώσεις κ.α..
Βλέπετε οι “ειδικοί” στην προσπάθεια τους να κερδίσουν εντυπώσεις, γενικολογούν, παραπληροφορούν, εξισώνουν και ισοπεδώνουν τις υποθέσεις. Η κάθε περίπτωση ενός εκάστου χρεώστη σε οποιαδήποτε τράπεζα είναι “ΜΟΝΑΔΙΚΗ”. Διαφέρουν δηλαδή μεταξύ τους και έτσι η προσέγγιση κατά τη διαμεσολάβηση πρέπει να είναι διαφορετική. Μοναδικός σκοπός των τραπεζών είναι να ανακτήσουν τα χρήματα τους με οποιοδήποτε δυνατό τρόπο. Είτε με εκποίηση υποθηκευμένης ακίνητης και κινητής περιουσίας ή με δικαστικά διατάγματα εναντίων των εγγυητών τους ή ακόμα και με αλλά εμπράγματα βάρη σε ελεύθερη περιουσία των χρεωστών και των εγγυητών τους. Δημοφιλής επίσης είναι και η απειλή για πτώχευση τους. Πτώχευση, που αντί να είναι το όπλο των χρεωστών για προστασία από τους πιστωτές τους κυρίως τις τράπεζες, χρησιμοποιείται παρεξηγημένα εναντίον των ιδίων των χρεωστών.
Τον τελευταίο χρόνο, μετά τη αφυπηρέτηση μου από την τράπεζα, έχω εκπροσωπήσει φίλους και γνωστούς στις διαπραγματεύσεις τους με τις τράπεζες είτε για αναδιάρθρωση ή εξόφληση των υποχρεώσεων τους. Τα συμπεράσματα μου από τις επαφές που είχα με διάφορους οργανισμούς ακόμα και με τον Χρηματοοικονομικό Επίτροπο με ώθησαν να γράψω αυτό το περιεκτικό άρθρο.
Αναγνωρίζοντας λοιπόν ότι οι τράπεζες θα ‘κυνηγήσουν’ μέχρι τέλους τον κάθε χρεώστη και οι χρεώστες θέλουν να δώσουν τέλος στις οικονομικές τους ‘δοκιμασίες’, στόχος πρέπει να είναι μια κοινά αποδεκτή λύση. Η επίδειξη εκ μέρους των χρεωστών συνεργασίας προς επίλυση του προβλήματος τους, είναι κλειδί για το «κλείσιμο» οποιασδήποτε περίπτωσης και καλύπτεται και από τις οδηγίες της Κεντρικής Τράπεζας, όπου αναφέρεται ότι οι Τράπεζες οφείλουν να εξαντλήσουν όλα τα περιθώρια εξεύρεσης λύσης με συνεργάσιμους πελάτες.
Οι τράπεζες θα διεκδικήσουν με κάθε μέσο, όλα όσα πιστεύουν ότι μπορούν να ανακτήσουν έτσι ώστε οι απώλειες τους να περιοριστούν στο ελάχιστο δυνατό. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου η τράπεζα θα δεχθεί και μεγάλες ζημιές. Αυτές οι περιπτώσεις όμως αφορούν χρεώστες οι οποίοι δεν έχουν περιουσιακά στοιχεία υποθηκευμένα ή ελεύθερα, ή οι αξίες των περιουσιακών τους στοιχείων δεν καλύπτουν επαρκώς το συνολικό δανεισμό. Επιπρόσθετα, για να παραχωρήσει η τράπεζα οποιεσδήποτε εκπτώσεις πέραν αυτών που δε μπορεί να ανακτήσει με νομικά μέτρα, θα πρέπει να διαπιστώσει ότι ο χρεώστης δεν έχει ικανοποιητικά εισοδήματα. Δηλαδή, τα δυο (περιουσιακά στοιχεία ή άλλες εξασφαλίσεις και εισοδήματα) πρέπει να συντρέχουν για να δεχθεί απώλειες η τράπεζα. Σε αυτές τις περιπτώσεις και σε κάποιες περιπτώσεις όπου υπάρχουν αδυναμίες στα έγγραφα που υπέγραψαν οι πελάτες τους (εξ’ αδιαιρέτου ακίνητα χωρίς τη συγκατάθεση όλων των ιδιοκτητών, πέραν του διπλασίου του κεφαλαίου για συμφωνίες πριν συγκεκριμένης ημερομηνίας, καταχρηστικές ρήτρες κ.α.), οι τράπεζες είναι διαλλακτικές και θα διαγράψουν μεγάλα ποσά.
Αφού λοιπόν εξαντλήσουν όλες τους τις προσπάθειες, οι τράπεζες θα προχωρήσουν στη διαγραφή των μεγάλων ή μικρότερων ποσών γιατί τις ‘συμφέρει’ και όχι γιατί θα δείξουν επιείκεια. Ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις, η εξεύρεση λύσης με τους χρεώστες τους είναι καθαρό κέρδος για αυτές και ότι ‘εισπράξουν’ είναι προς όφελος τους.
Μεγαλώνουν τη ρευστότητα τους, αυξάνουν την κερδοφορία τους, και κυρίως αυξάνουν τα ίδια κεφαλαία τους με τα αντίστοιχα ποσά που θα εισπράξουν (έστω μειωμένα) αφού για τα εν λόγω «κόκκινα δάνεια» έχουν ήδη κάνει λογιστικές προβλέψεις για διαγραφή τους και έχουν αφαιρεθεί από την κερδοφορία τους, μείωσαν τη ρευστότητα τους και αφαιρούνται από τα ίδια κεφάλαια τους με βάση τις οδηγίες τις Κεντρικής Τράπεζας. Οτιδήποτε δηλαδή εισπράξουν από αυτές τις ‘χαμένες περιπτώσεις’ έχει πολλαπλό όφελος για αυτές.
Συμπερασματικά λοιπόν η εισήγηση μου προς όλους τους χρεώστες είναι η επίδειξη συνεργασίας με τις τράπεζες τους για εξεύρεση κοινά αποδεκτής λύσης. Είμαι προσωπικά πεπεισμένος ότι όλες οι οικονομικές τουλάχιστον διαφορές, μπορούν να επιλυθούν με διαπραγμάτευση και σωστή επικοινωνία.
Δημήτρης Ξιούρουππας – Οικονομολόγος