Προϋπόθεση επιτυχίας της επερχόμενης μεταρρύθμισης του θεσμού της τοπικής αυτοδιοίκησης, είναι να συμφωνήσουμε όλοι στον στόχο και να τοποθετηθούμε με βάση τις γνώσεις, αλλά και τις εμπειρίες μας από το υφιστάμενο σύστημα (μακριά από τοπικές, κομματικές ή άλλες επιδιώξεις), επισημαίνει μεταξύ άλλων ο Δήμαρχος Λευκωσίας Κωνσταντίνος Γιωρκάτζης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, στόχος είναι ξεκάθαρος και δεν μπορεί να είναι άλλος από την καλύτερη και αποδοτικότερη λειτουργία των Τοπικών Αρχών, ώστε να είναι σε θέση να ανταποκρίνονται στις αυξημένες προσδοκίες και ανάγκες των πολιτών.
“Πιστεύω ότι οι μέχρι σήμερα προσπάθειες του Υπουργού Εσωτερικών κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση. Παράλληλα γίνεται μεγάλη συζήτηση για τον αριθμό των δήμων, αν δηλαδή θα μειωθούν και σε ποιο βαθμό ή όχι. Συνήθως, ο αντίλογος στην πρόταση για μείωση του αριθμού των δήμων είναι ότι οι μεγαλύτεροι δήμοι δεν θα είναι κοντά στον πολίτη. Να μου επιτραπεί να διαφωνήσω. Εάν οι Δήμοι και οι υπηρεσίες τους θα είναι κοντά στον πολίτη ή όχι, εάν θα είναι αποτελεσματικοί στη λειτουργία τους ή όχι, εξαρτάται πλήρως και άμεσα από μια σειρά άλλων παραμέτρων και όχι από το μέγεθος της κάθε τοπικής Αρχής”.
Ο Δήμαρχος Λευκωσίας, παραθέτει τέσσερις άξονες προκειμένου να επιτύχει η μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
1. Ξεκάθαροι ρόλοι και αρμοδιότητες και απαιτούμενοι πόροι
Ως προτεραιότητα της μεταρρύθμισης, θα πρέπει κατά τη γνώμη μου, να τεθούν οι αρμοδιότητες και εξουσίες των δήμων. Η πολιτεία επιβάλλεται να παράσχει στους δήμους την αυτονομία και τις απαιτούμενες αρμοδιότητες και εξουσίες που θα τους επιτρέπουν να λαμβάνουν αποφάσεις έγκαιρα, χωρίς πρόσθετες αχρείαστες και γραφειοκρατικές εγκρίσεις από Υπουργεία ή και τη Βουλή. Αυτό δεν ισοδυναμεί ούτε και σημαίνει απουσία ελέγχου. Φυσικά και είμαι υπέρ του ελέγχου της νομιμότητας των αποφάσεων, αλλά όχι του ελέγχου των πολιτικών και διοικητικών αποφάσεων από εξωτερικά σε σχέση με το Δήμο, σώματα.
Θα πρέπει επίσης να επικεντρωθεί στη δομή των υπηρεσιών των δήμων, οι οποίες με τη σειρά τους εξαρτώνται πλήρως και άμεσα από τους οικονομικούς πόρους που έχει ο Δήμος στη διάθεσή του. Γι’ αυτό είναι επιβεβλημένο η πολιτεία μέσω της μεταρρύθμισης, να παραχωρήσει στους δήμους όλους τους απαραίτητους πόρους που θα τους επιτρέψουν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, όπως αυτές προκύπτουν από τη νομοθεσία. Προς αυτό απαιτείται άμεσα μελέτη των αναγκών του κάθε δήμου.
Παράλληλα, αποφάσεις από σώματα εκτός του δημοτικού συμβουλίου (υπουργεία ή τμήματα αυτών) θα πρέπει συνοδεύονται από τους απαραίτητους πόρους που η απόφασή τους υπαγορεύει. Αναφέρω, ως παραδείγματα, την απόφαση του Υπουργείου Γεωργίας για την Κόσιη και το κλείσιμο του Κοτσιάτη και τις αποφάσεις του Τμήματος Αρχαιοτήτων σε σχέση με το νέο Δημαρχείο Λευκωσίας. Και στις δυο αυτές περιπτώσεις ο Δήμος κλήθηκε και καλείται να πληρώσει σημαντικά ποσά για αποφάσεις άλλων σωμάτων.
2. Κοινός συνδυασμός υποψηφίου Δημάρχου – Δημοτικού Συμβουλίου
Μια άλλη σημαντική παράμετρος της μεταρρύθμισης θα πρέπει να αφορά τον ρόλο του ανώτατου σώματος του δήμου, δηλαδή του δημοτικού συμβουλίου, το οποίο θα πρέπει να μετατραπεί σε αποδοτικότερο όργανο λήψης αποφάσεων. Το σημερινό εκλογικό σύστημα επιτρέπει την ύπαρξη μιας σοβαρής ανωμαλίας. Υπάρχει η πραγματική πιθανότητα κυριαρχίας αντιπολιτευόμενων προς το Δήμαρχο δυνάμεων στο δημοτικό συμβούλιο και σε συνδυασμό με τις πολλές δημοτικές παρατάξεις που εύκολα μπορεί να επηρεαστούν από τις ευρύτερες πολιτικές των κομμάτων τους, είναι δυνατό να «δέσουν τα χέρια» της δημοτικής ηγεσίας. Με άλλα λόγια, μπορεί οι δημότες να ψηφίσουν έναν δήμαρχο με ένα συγκεκριμένο προεκλογικό όραμα και πρόγραμμα, το οποίο να μην συμμερίζεται η πλειοψηφία του Δημοτικού Συμβούλιου. Εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο θα είχαμε παρωδία δημοκρατίας. Η θέση του Δήμαρχου θα ενισχυόταν, εάν στις δημοτικές εκλογές ο κάθε υποψήφιος Δήμαρχος ηγείτο ενός κοινού συνδυασμού υποψηφίων δημοτικών συμβούλων και ταυτόχρονα μειωνόταν ο αριθμός των μελών των δημοτικών συμβουλίων για να γίνουν ποιο ευέλικτα και παραγωγικά.
3. Εσωτερική διαχείριση και αξιολόγηση προσωπικού
Θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό να αποσυνδεθεί η επιρροή που πιθανόν να υπάρχει μεταξύ μελών του Δημοτικού Συμβουλίου και των εργαζομένων στους δήμους. Οι προσλήψεις και οι προαγωγές υπαλλήλων και εργατών επιβάλλεται να αποφασίζονται από ανεξάρτητο εξωτερικό σώμα.
Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αιρετοί είναι η έγκαιρη υλοποίηση των προεκλογικών τους δεσμεύσεων. Γι’ αυτό, το νομικό πλαίσιο, ο προϋπολογισμός και η δομή του οργανισμού, θα πρέπει να παρέχουν τη δυνατότητα στον κάθε Δήμαρχο, αναλόγως και των αρμοδιοτήτων του δήμου του, να υποστηρίζεται, για τη διάρκεια της θητείας του, από μικρή ομάδα συνεργατών, η οποία θα έχει την ευθύνη παρακολούθησης της υλοποίησης του προεκλογικού του προγράμματος.
Ταυτόχρονα, επιβάλλεται να υπάρξει πραγματική αξιολόγηση των εργαζομένων στους δήμους. Αξιολόγηση που να ταυτίζει αποφάσεις και απόδοση με επιβράβευση ή επίπληξη.
Με αυτό τον τρόπο:
θα αυξηθεί η αποτελεσματικότητα των δημοτικών Αρχών,
θα δικαιωθούν οι πολλοί δημοτικοί υπάλληλοι και εργάτες που δουλεύουν σκληρά (εδώ ελέγχεται και το συνδικαλιστικό κίνημα ως προς την έλλειψη στήριξης αυτών των εργαζομένων)
θα σταματήσει η συνεχής σπατάλη των χρημάτων του φορολογούμενου πολίτη για στήριξη αναχρονιστικών πελατειακών σχέσεων, εξαντλώντας έτσι τους ελάχιστους πολύτιμους πόρους που διαθέτουν οι τοπικές Αρχές σε μη παραγωγικούς τομείς αντί σε έργα που θα φέρουν ανάπτυξη.
4. Πολεοδομικές αιτήσεις
Τα Τοπικά Σχέδια είναι πολύπλοκα και η ερμηνεία τους απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις. Οι αιτήσεις για ανάπτυξη επιβάλλεται να αξιολογούνται μόνον από τεχνοκράτες. Ο ρόλος των αιρετών αξιωματούχων θα πρέπει να περιοριστεί στην έγκριση στρατηγικής (Τοπικά Σχεδία και Σχεδία περιοχής) και στον έλεγχο των διαδικασιών. Με αυτό τον τρόπο διαρρηγνύεται και η όποια πελατειακή σχέση μεταξύ αιτητή-ψηφοφόρου και αξιολογητή.
Μοντέλο οικονομικής βιωσιμότητας και ανάπτυξης της Λευκωσίας
Κάθε πόλη επιβάλλεται να έχει ένα ξεκάθαρο οικονομικό μοντέλο πάνω στο οποίο να μπορεί να στηρίξει τη βιωσιμότητά της. Η Λευκωσία δεν διαθέτει παραλιακό μέτωπο, όπως όλες οι άλλες πόλεις και συνεπώς δεν έχει την πολυτέλεια να εκμεταλλευτεί την πλούσια παραθαλάσσια τουριστική βιομηχανία, ούτε και να βασιστεί στη δημιουργία μεγάλων υποδομών όπως λιμάνια, μαρίνες, αεροδρόμια. Κατ’ επέκταση η Πολιτεία θα πρέπει να εστιάσει την προσοχή της στη δημιουργία συγκριτικού πλεονεκτήματος και προοπτικής για την πόλη σε βάθος χρόνου.
Αυτό εξασφαλίζεται με:
τη χωροθέτηση σ’ αυτήν όλων των κυρίων υποδομών δημόσιας διοίκησης,
τη χωροθέτηση όλης της κύριας κρατικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και την παροχή κινήτρων για τη δημιουργία ιδιωτικών σχολών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης,
την παραχώρηση της κρίσιμης πληθυσμιακής μάζας που θα την καταστήσει τη μεγαλύτερη πόλη της Κύπρου.
Τρεις περιοχές
Για τη βιωσιμότητα και σωστή ανάπτυξη της ευρύτερης Λευκωσίας είναι, πιστεύω, σημαντικό να οριστούν ξεκάθαρα και απόλυτα, τρεις περιοχές. Το Αστικό Κέντρο, η ευρύτερη αστική Λευκωσία και η μη αστική Λευκωσία (περιφέρεια). Ο ορισμός αυτός είναι επιβεβλημένος, διότι η κάθε μία από αυτές τις περιοχές επιβάλλεται να έχει άλλο ρόλο και άλλο αναπτυξιακό και πολεοδομικό σχεδιασμό.
Καθορίζοντας το αστικό κέντρο της Λευκωσίας (αστικός Στρόβολος, Έγκωμη, Άγιος Δομέτιος, Αγλαντζιά και Λευκωσία), θα δοθεί ευκαιρία για ενιαία διοίκηση, για ενιαίο πολεοδομικό σχεδιασμό (βάζοντας φρένο στην οριζόντια εξάπλωση της πόλης νοτιότερα), για ενιαίο κυκλοφοριακό σχεδιασμό και ενιαία επιβολή της νομοθεσίας. Όλα τα πιο πάνω θα συντείνουν στην αύξηση της πυκνότητας της πόλης, καθιστώντας την βιώσιμη.
Σε περίπτωση που δεν προχωρήσει η ενοποίηση της αστικής Λευκωσίας ως η πιο πάνω εισήγηση και δημιουργηθούν δύο σχεδόν ισοδύναμοι δήμοι (π.χ. Λευκωσία και Στρόβολος) χωρίς ξεκάθαρους ρόλους, θα υπάρχει ένας συνεχής ανταγωνισμός (με διαμοιρασμό πόρων και χρήσεων) που θα θέτει την Λευκωσία σε υποδεέστερη θέση έναντι άλλων πόλεων, όπως η Λεμεσός, η Λάρνακα και η Πάφος, οι οποίες θα αναπτύσσονται ανενόχλητα και ενιαία.