Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Νίκος Αναστασιάδης προήδρευσε σήμερα, στο Προεδρικό Μέγαρο, σύσκεψης με τους αρχηγούς των κοινοβουλευτικών κομμάτων, με τη συμμετοχή του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κ. Κώστα Κληρίδη, όπου εξετάστηκε η απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου αναφορικά με τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων.
Σε δηλώσεις του στους δημοσιογράφους μετά τη σύσκεψη, ο Γενικός Εισαγγελέας είπε, μεταξύ άλλων, ότι «κατά τη σημερινή σύσκεψη του Προέδρου της Δημοκρατίας με τους αρχηγούς των κομμάτων έχουμε προβεί σε μια ανασκόπηση και λεπτομερή ανάλυση των όσων είχαν προηγηθεί της έκδοσης των τριών αποφάσεων του Διοικητικού Δικαστηρίου με άλλη νομολογία που είχε προηγηθεί και η οποία λήφθηκε υπόψη για σκοπούς της έκδοσης απόφασης επί των τριών αποφάσεων.
Ακολούθως, αναλύσαμε τα κύρια σημεία των τριών αποφάσεων και είχαμε προβάλει τη δική μας άποψη ότι θα πρέπει και δικαιολογείται, να καταχωρηθεί έφεση επί των τριών αυτών αποφάσεων για δύο βασικά λόγους.
Πρώτον, διότι πρόκειται για ένα πολύ σοβαρό θέμα δημόσιου ενδιαφέροντος που επηρεάζει ασφαλώς σε μεγάλο βαθμό και τα οικονομικά του κράτους και δεύτερο, διότι τέτοιου είδους θέματα θα πρέπει να τυγχάνουν τελικής κρίσης από το ανώτατο δικαστικό Σώμα της χώρας.
Έχουμε προβάλει τη θέση μας ότι μέχρι την εκδίκαση της έφεσης, της οποίας θα ζητήσουμε την επίσπευση, θα πρέπει να υποβάλουμε αίτημα για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης για ευνόητους ασφαλώς λόγους και θα πρέπει να αποταθούμε για τους ίδιους λόγους που έχουμε προβάλει προηγουμένως για το δημόσιο ενδιαφέρον αυτής της υπόθεσης, ώστε οι τρεις εφέσεις εκδικαστούν από την πλήρη ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Έχουμε, επίσης, εξηγήσει τις θέσεις μας ως προς το ποιοι θα είναι οι λόγοι έφεσης που μπορούν να προβληθούν και στον βαθμό που μπορεί να γίνει προβλεπτό, ποιες πιθανότητες επιτυχίας υπάρχουν».
Ερωτηθείς ο κ. Κληρίδης είπε ότι «ο ρόλος του Γενικού Εισαγγελέα, της Νομικής Υπηρεσίας είναι να προβαίνει στην απόδοση νομικών συμβουλών στο πρόσωπα ή πρόσωπα ή όργανα στα οποία είναι νομικός σύμβουλος».
Σε άλλη ερώτηση είπε ότι «από τη στιγμή που καταχωρηθεί η έφεση θα αναφέρεται σε θέματα ορθής ερμηνείας και εφαρμογής του Συντάγματος ως έχει και δεν θα πρέπει να μιλούμε για τροποποίηση του Συντάγματος στο στάδιο αυτό».
Κληθείς να πει ποιες είναι οι πιθανότητες επιτυχίας της έφεσης, ο κ. Κληρίδης είπε ότι «ασφαλώς κανένας νομικός και πολύ περισσότερο ο Γενικός Εισαγγελέας δεν θα συμβούλευε καταχώρηση έφεσης αν δεν υπήρχαν πιθανότητες, αλλά όπως έχω αναφέρει, οι προβλέψεις επί δύσκολων θεμάτων συνταγματικής φύσεως, ευρωπαϊκού δικαίου κλπ, δεν μπορούν εύκολα (να γίνουν)».
Σε ερώτηση για το κατά πόσο επηρεάζονται οι απολαβές των δικαστών από την απόφαση, ο κ. Κληρίδης είπε ότι «δεν επηρεάζονται καθόλου οι δικαστές είτε του Διοικητικού Δικαστηρίου ούτε του Ανώτατου Δικαστηρίου από την οποιαδήποτε έκβαση αυτού του είδους και φύσεως υποθέσεις, δεδομένου ότι οι απολαβές τους διασφαλίζονται από άλλο άρθρο του Συντάγματος».
Κληθείς να πει ποιους επηρεάζει η αναδρομικότητα της εφαρμογής της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου, ο κ. Κληρίδης είπε ότι «είναι η άποψη της Νομικής Υπηρεσίας, την οποία δώσαμε και σε γνωματεύσεις επί παρόμοιων πρόσφατων θεμάτων αντισυνταγματικών νόμων, ότι δικαιούνται αναδρομική καταβολή τυχόν αποκοπών που έγιναν παράνομα αντισυνταγματικά, οι αιτητές που έχουν προσφύγει».
Σε ερώτηση για την αναδρομική επιστροφή χρημάτων στους αιτητές, ο κ. Κληρίδης είπε ότι «έχει σημασία και το πότε προσέφυγε ο καθένας, διότι πάνω στην κάθε ξεχωριστή νομοθεσία έχουν προσφύγει άλλοι το 2012, άλλοι το 2013, άλλοι το 2017, έτσι αναδρομική επιστροφή χρημάτων θα γίνει ανάλογα με το πότε προσέφυγε ο καθένας».