Γράφει ο Άντρος Γ. Καραγιάννης
Η άνοδος του λαϊκισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.), καθώς και η αύξηση των ποσοστών ακροδεξιών κομμάτων προβληματίζει έντονα τους Ευρωπαίους ηγέτες, αφού στις επικείμενες Ευρωεκλογές αναμένεται να ενισχύσουν τα ποσοστά τους στο Ευρωκοινοβούλιο. Γύρω στα 170 εκατομμύρια ευρωπαίοι βρίσκονται κάτω από την ομπρέλα κυβερνήσεων, στις οποίες συμμετέχει τουλάχιστον ένας λαϊκιστής στο υπουργικό συμβούλιο, όπως αναφέρει σε άρθρο του στα ΝΕΑ ο Αντρες Βελάσκο, πρώην υπουργός Οικονομικών της Χιλής. Τουλάχιστον, όπως συμπληρώνει, ένα δισεκατομμύριο άτομα κυβερνούνται από λαϊκιστές ανά τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των Η.Π.Α., της Βραζιλίας κ.ά.
Οι ρίζες του λαϊκισμού στην Ε.Ε. είναι βαθιά ριζωμένες, γεγονός που οφείλεται στη στάση που τηρούν οι υπέρμαχοί του, απέναντι στην οικονομική κρίση, στο μεταναστευτικό, αλλά και στην οικονομική ανάπτυξη. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν, που σε χώρες όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία, όπου το ΑΕΠ αυξάνεται κατά 3,3% και 2,1% αντίστοιχα κάθε χρόνο, οι λαϊκιστές ηγέτες είναι πανίσχυροι. Στη Τσεχία η ανεργία φτάνει το 2,3% κάτι που αποτελεί το χαμηλότερο ποσοστό στην Ε.Ε., ενώ η οικονομία της χώρας αναπτύχθηκε κατά 4,3% το 2017.
Με αυτά τα δεδομένα, ο λαϊκισμός έχει βρει πρόσφορο έδαφος και αναπτύσσεται διαρκώς, όχι μόνο στις οικονομικά αδύναμες και φτωχές χώρες, αλλά ιδιαίτερα στις οικονομικά αναπτυγμένες. Τα λάθη που έγιναν από παραδοσιακά κόμματα ή κυβερνητικούς συνασπισμούς, δίνουν τροφή στους λαϊκιστές να στρέψουν τους πολίτες κατά των πολιτικών ελίτ και του κατεστημένου. Η αποχή των κυβερνώντων από τις μάζες, από τη βάση του λαού, η αλαζονεία και ο ξύλινος λόγος, στρέφει τους ψηφοφόρους προς τους λαϊκιστές, οι οποίοι επιτίθενται μεν λεκτικά, ωστόσο, οι δημηγορίες τους στερούνται συγκεκριμένων προτάσεων.
Οι λαϊκιστές και οι ακροδεξιοί χτίζουν τείχη, για να προσφέρουν «ασφάλεια» κατά των προσφύγων/μεταναστών, ενώ την ίδια στιγμή κλείνονται εντός της δικής τους οχύρωσης, ασκώντας ψυχολογική πίεση στους πολίτες και ενισχύοντας τη ρητορική μίσους. Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο που τα ακροδεξιά ξενοφοβικά κόμματα αυξάνουν τα ποσοστά τους σε χώρες όπως στη Γερμανία, Αυστρία, Γαλλία, Ουγγαρία, Πολωνία, Ιταλία, Σουηδία κ.ά.
Επιβεβαιώνεται, έτσι, ο άγραφος νόμος της πολιτικής πρακτικής που θέλει πολλές φορές, καινούρια πράγματα να γίνονται με πολύ παλιούς τρόπους, όπως γράφει ο Γιάννης Μπαλαμπανίδης στο βιβλίο του «Ευρωκομουνισμός».
Η Ε.Ε. απέχει παρασάγγας από τις δημοκρατικές της αρχές, αφού η δημοκρατία, όπως τονίζει ο ίδιος είναι ένα «μεγάλο σχολείο συμβιβασμού». Εύλογα, λοιπόν, προκύπτει το ερώτημα αν τελικά υπάρχει δημοκρατία στην Ε.Ε., αναλογιζόμενοι την επιρροή των λαϊκιστών/ακροδεξιών.
Ο καθηγητής Χέρφριντ Μύνκλερ έγραψε στο γερμανικό περιοδικό Der Spiegel, ότι «η δημοκρατία δεν μπορεί να σώσει την Ευρώπη», επιβεβαιώνοντας, όπως εξηγεί ο Κώστας Λουλουδάκης σε άρθρο του ότι «η Ευρώπη ήταν υπόθεση των ελίτ από το ξεκίνημά της και ότι είναι αυτές που κρατούν ενωμένη την Ευρώπη». Δεν θα πρέπει να αποτελεί για εμάς έκπληξη ότι οι λαϊκιστές/ακροδεξιοί χρησιμοποιούν παλιές μεθόδους, με δυνατή δόση νεοφιλελευθερισμού, για να κερδίζουν έδαφος και να αποτρέπουν τη λαϊκή κυριαρχία των μαζών, δηλαδή των φτωχών ή των μικρομεσαίων απέναντι στους πλούσιους.
Η ίδια η Ε.Ε., αντί να προστατέψει τους πολίτες της από τους λαϊκιστές και να θωρακίσει την πολιτική της ισχύ, τους δίνει τροφή για αύξηση των ποσοστών τους με την επιβολή αντιδραστικών πολιτικών, που οδηγούν στη φτώχεια, στην ανεργία, στη μετανάστευση, συμμετέχοντας σε επεμβάσεις σε χώρες της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής, δημιουργώντας έτσι πρόσφυγες με δικά της όπλα.
Οι ευρωπαίοι πολίτες απαιτούν από την Ε.Ε. να είναι πιο αλληλέγγυα, πιο δημοκρατική και οικολογική. Δυστυχώς, αντί να υλοποιεί τις δεσμεύσεις της απέναντι στο προσφυγικό/μεταναστευτικό, στη μείωση των εκπομπών αερίων και στην προστασία του περιβάλλοντος ενισχύει τους λαϊκιστές/ακροδεξιούς με την αθέτηση των δεσμεύσεών της και στρέφει τους ευρωπαίους πολίτες εναντίον της, είτε στους δρόμους είτε στις κάλπες.
Ο Άντρος Γ. Καραγιάννης είναι Δήμαρχος Δερύνειας