Γράφει ο Γιώργος Λακκοτρύπης – Ανεξάρτητος πολίτης
Οι βουλευτικές εκλογές του 2026 στην Κύπρο φαίνεται πως θα διεξαχθούν μέσα σε ένα πιο ρευστό και απρόβλεπτο πολιτικό περιβάλλον απ’ ό,τι έχουμε γνωρίσει τις τελευταίες δεκαετίες. Η πολιτική σκηνή γεμίζει από νέα κόμματα και κινήσεις, ενώ οι πολίτες δείχνουν όλο ένα μεγαλύτερη απόσταση από τα παραδοσιακά σχήματα. Μπροστά μας διαμορφώνεται ένα νέο «δίπολο»: τα κόμματα του 45-50% που συνεχίζουν να συμμετέχουν στις εκλογές, και οι νέες δυνάμεις που επιχειρούν να κινητοποιήσουν το υπόλοιπο 50-55% του εκλογικού σώματος που μένει εκτός κάλπης.
Η βάση των εκλογών παραμένει οι ψηφοφόροι των παραδοσιακών κομμάτων: ο ΔΗΣΥ, το ΑΚΕΛ, το ΔΗΚΟ, η ΕΔΕΚ, το ΕΛΑΜ, η ΔΗΠΑ και οι Οικολόγοι εξακολουθούν να αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του πολιτικού συστήματος. Αυτές οι δυνάμεις καλύπτουν σχεδόν το 45-50% του εκλογικού σώματος — τους πολίτες που ψηφίζουν σταθερά, ακόμη κι αν έχουν επιμέρους παράπονα.
Πλάι τους εμφανίζονται και μεσαία ή νεότερα κόμματα όπως το Volt, το Άλμα του Οδυσσέα Μιχαηλίδη, το Δημοκρατικό Εθνικό Κίνημα (ΔΕΚ) του Ανδρέα Θεμιστοκλέους και η Δημοκρατική Αλλαγή του Χρίστου Κληρίδη, που στοχεύουν στο χώρο των μετριοπαθών ή απογοητευμένων ψηφοφόρων. Όλα αυτά μαζί συγκροτούν τη «συμμετέχουσα» Κύπρο.
Τα παραδοσιακά κόμματα προσπαθούν να ανανεώσουν την εικόνα τους κυρίως μέσω μεταγραφών στελεχών από άλλα κόμματα. Η πρακτική αυτή όμως, αντί να πείθει, ενισχύει το αίσθημα δυσπιστίας στους πολίτες.
Οι πολίτες βλέπουν ότι οι ίδιες προσωπικότητες εναλλάσσονται από κόμμα σε κόμμα, χωρίς ουσιαστικές ιδεολογικές διαφορές, απλώς αλλάζοντας χρώματα ή λογότυπα. Αυτό καλλιεργεί την εντύπωση πως τα κόμματα θεωρούν τους πολίτες «πιστούς ακόλουθους».
Στην πράξη όμως, αυτή η νοοτροπία οδηγεί το εκλογικό σώμα σε μεγαλύτερη απογοήτευση, απάθεια και αποχή.
Περίπου το 50-55% του εκλογικού σώματος δεν προσέρχεται συστηματικά στις κάλπες.
Αυτό το ποσοστό αντιπροσωπεύει κυρίως νέους κάτω των 35, πολίτες χωρίς κομματική ταυτότητα και ανθρώπους που δεν πιστεύουν πια ότι η ψήφος τους έχει αποτέλεσμα.
Ακριβώς εδώ προσπαθούν να τοποθετηθούν οι νέες αντισυστημικές κινήσεις. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το κόμμα «Άμεση Δημοκρατία» του Φειδία Παναγιώτου, που απευθύνεται ευθέως στους «εκτός συστήματος» πολίτες.
Αν αυτό το κόμμα ή παρόμοιες κινήσεις καταφέρουν να κινητοποιήσουν ακόμη και10-15% των απέχοντων, τότε μπορεί να προκύψει πραγματικός ανασχηματισμός του πολιτικού χάρτη.
Σήμερα, ο συνολικός αριθμός των κομμάτων που αναμένεται να συμμετάσχουν στις εκλογές του 2026 υπολογίζεται σε 15 – 17:περίπου 14-15 εγγεγραμμένα ή ενεργά κόμματα (συμπεριλαμβανομένης και της Δημοκρατικής Αλλαγής), και 2-3 σε πρώιμο στάδιο (όπως το Σήκου Πάνω του Τορναρίτη ή η Άμεση Δημοκρατία).
Η επόμενη Βουλή ενδέχεται να είναι η πιο πολυφωνική και κατακερματισμένη των τελευταίων δεκαετιών — αλλά ίσως και η πιο αντιπροσωπευτική μιας κοινωνίας που αναζητά νέες μορφές έκφρασης.
Η Κύπρος εισέρχεται σε μια περίοδο πολιτικής ανασύνθεσης.
Τα παραδοσιακά κόμματα εξακολουθούν να ελέγχουν το 45-50% των ενεργών ψηφοφόρων, αλλά η επιμονή τους σε πρόσωπα του παρελθόντος και οι διαρκείς μεταγραφές αποδεικνύουν ότι δυσκολεύονται να παράξουν νέο πολιτικό περιεχόμενο.
Από την άλλη, το «άλλο μισό» των πολιτών —που απορρίπτει το κομματικό κατεστημένο— αρχίζει να αποκτά φωνή μέσα από νέες, πιο αυθεντικές κινήσεις.
Αν αυτό το 50-55% βρει λόγο να επιστρέψει στις κάλπες, τότε το 2026 ίσως αποτελέσει σημείο καμπής για την πολιτική ιστορία της Κύπρου: το έτος που οι «ακόλουθοι» έγιναν πολίτες με επιλογή.