Στις 7 Ιουλίου του 1974 επέστρεψα από την Αθήνα στην Κύπρο μαζί με μια αγαπημένη φίλη μου, τη συμφοιτήτριά μου Κατερίνα Βάρσου από την Αθήνα. Την έφερα μαζί μου για να τη φιλοξενήσουμε στο σπίτι μας και να της γνωρίσουμε τις ομορφιές του νησιού μας.
Αφού, ως συνήθως, ο παπάς μου μας πήρε σε όλες τις θάλασσες της περιοχής μας, στο Μπογάζι, στου Σταμάτη, στη Χάραυτη, στις Κλαψίδες, στη Σαλαμίνα, όπου μαζί με τα καθάρια νερά απολαύσαμε και τα αρχαία της, στο Αλάσια, στις Χελώνες της Ακανθούς, στην Αγία Μαρίνα μας την αγαπημένη, την Παρασκευή, 19 Ιουλίου 1974, ξεκινήσαμε πρωί με τη δροσούλα για την όμορφη πόλη του Πράξανδρου.
Από το Λευκόνοικο, ανεβήκαμε τον Πενταδάκτυλο μέσα από το μπογάζι της Ακανθούς, όπως το λέγαμε, και από τη Λαξιά, εκεί που ατενίζαμε τη θάλασσα του βορρά με το βαθυγάλαζο χρώμα της, στρίψαμε αριστερά για την Κερύνεια. Θυμάμαι ότι η εξαίρετη φιλόλογος, η Μαρία η Παττίχη από την Αθήνα, νύφη του Λευκονοίκου, σύζυγος του γεραρού και εμπνευσμένου φιλολόγου Παναγιώτη Παττίχη, σε ένα από τα γραπτά της έγραφε για τη θάλασσα του βορρά μας με όλη τη δύναμη του χειμώνα και όλη τη γλύκα του καλοκαιριού.
Περάσαμε από την Αγία Μαρίνα, την Καλογραία, τον Άγιο Αμβρόσιο, τη Χάρτζια, από τον Άγιο Επίκτητο και φθάσαμε στην Κερύνεια. Μετά από μια μικρή βόλτα με το αυτοκίνητο για να δούμε τα αξιοθέατα της πόλης, φτάσαμε στο γραφικό λιμανάκι της Κερύνειας που ο Νίκος Δήμου το χαρακτήρισε ως την πιο κλειστή, την πιο ζεστή, την πιο γλυκιά αγκαλιά.
Η φίλη μου μαγεύτηκε από την ομορφιά του. Καθίσαμε να πιούμε κάτι να ξεδιψάσουμε σε ένα από τα κέντρα του λιμανιού και ύστερα επισκεφθήκαμε με μεγάλη συγκίνηση και δέος το κάστρο της Κερύνειας με την ιστορία που κουβαλά στις πλάτες του, με την απόδραση των αγωνιστών της ΕΟΚΑ, μεταξύ των οποίων και ο συγγενής μας, μ. Μίκης Φυρίλλας.
Η επίσκεψή μας, πέραν από το ιστορικό ενδιαφέρον είχε, κυρίως για δυο πρωτοετείς φοιτήτριες της φιλολογίας, και αρχαιολογικό ενδιαφέρον, λόγω του καραβιού της Κερύνειας. Τι συγκίνηση νιώσαμε μπροστά στη θέα του καραβιού αυτού που φαίνεται ότι βυθίστηκε ανοικτά της Κερύνειας, καθώς ερχόταν φορτωμένο με προϊόντα από τα νησιά του Αιγαίου!
Μετά από την επίσκεψή μας στο κάστρο της Κερύνειας, κατά τη διάρκεια του γεύματος συζητούσαμε για την ιστορία του αλλά και για το καράβι! Θυμάμαι ότι στην ατμόσφαιρα πλανιόταν κάτι παράξενο, κάτι απροσδιόριστο. Λιγοστός ο κόσμος στο λιμανάκι.
Ήταν και εκείνες οι μέρες…
Φύγαμε από την Κερύνεια λίγο πριν από τις τέσσερις το απόγευμα για να είμαστε στο σπίτι μας, μέχρι τις πέντε που επιτρεπόταν…
Μετά καταλάβαμε ότι ήμασταν από τους τελευταίους επισκέπτες της Κερύνειας. Την επομένη άρχισε η θανατηφόρα συμφωνία των αρμάτων…Τα αεροπλάνα ξερνούσαν φωτιά και θάνατο…Έριχναν αλεξιπτωτιστές! Την επομένη, η θάλασσα της Κερύνειας ξέβραζε κάθε λογής επισκέπτες που μόλυναν και βεβήλωσαν τον τόπο μας.
Αυτή η θάλασσα που αγάπησε ο ποιητής σαν κι εμάς, γι’ αυτό δεν πίστευε, του ήταν δύσκολο να το πιστέψει ότι αυτή η αγαπημένη θάλασσα έφερε τους επήλυδες της Ανατολής που ήρθαν για να σκοτώσουν τα παιδιά μας, να διαγουμίσουν το βιος μας, να κουρσέψουν τα όνειρά μας, να κορφολογήσουν τους ανθούς της νιότης τούτου του τόπου.
Είμαστε από τους τελευταίους επισκέπτες της Κερύνειας.
«Μενεξεδένιο της θύμησης όραμα,
καημέ των καημών, Κερύνεια μου!»
«Γιατί», καταλήγει ο Νίκος Δήμου «αν σε ξεχάσω, Κερύνεια, αν σε ξεχάσω Κύπρος, θα λιγοστέψω σαν Έλληνας, θα φτωχύνω σαν άνθρωπος, θα μικρύνω, θα μαραθώ».
Νίκος Δήμος «Μικρά βήματα»
Η Ζήνα Λυσάνδρου Παναγίδη είναι Δήμαρχος Λευκονοίκου