Θύελλα αντιδράσεων προκάλεσε η κατάργηση Δήμων χωρίς τοπικά δημοψηφίσματα, από την πλευρά της «Ομάδας Πρωτοβουλίας Δημοτών για τη Διάσωση του Δήμου Γεροσκήπου και Πέγειας», η οποία ισχυρίζεται πως υπήρξαν πολλές παραλήψεις κατά τη διαδικασία λήψης αυτής της απόφασης.
Όπως αναφέρει σε ανακοίνωση της, για να τεθεί στη σωστή του βάση το θέμα της αναγκαιότητας διεξαγωγής ή μη τοπικών δημοψηφισμάτων, θεωρεί αναγκαίο να αναφερθούν τα ακόλουθα σημεία.
«Το άρθρο 5 της Ευρωπαϊκής Χάρτας Τ.Α., που αναφέρεται στην προστασία των εδαφικών ορίων των τοπικών αρχών, ξεκαθαρίζει ότι «Αλλαγές των εδαφικών ορίων τοπικής αρχής δεν πρέπει να γίνονται χωρίς να ζητηθεί και ληφθεί προηγουμένως η γνώμη των ενδιαφερομένων τοπικών κοινοτήτων, πιθανώς με δημοψήφισμα όπου τούτο επιτρέπεται από τον νόμο». Στην κυπριακή νομοθεσία (Ν. 111/85) προβλέπεται η διεξαγωγή δημοψηφίσματος» εξηγεί η ομάδα, ισχυριζόμενη ότι «η Κυβέρνηση προσπαθεί να πετύχει έντεχνα την κατάργηση του υφιστάμενου νόμου, θεωρώντας με αυτό τον τρόπο ότι 1) δε δεσμεύεται για την πραγματοποίησή τους και 2) συμμορφώνεται με τη συγκεκριμένη δέσμευση του Χάρτη».
«Το άρθρο 3 της Χάρτας», συνεχίζει η ανακοίνωση, «κατοχυρώνει το δικαίωμα ενεργούς συμμετοχής των κατοίκων των επηρεαζόμενων περιοχών στα των τοπικών υποθέσεων, ακόμα και μέσω της διεξαγωγής δημοψηφισμάτων», υποστηρίζοντας ότι «η Κυβέρνηση επιδιώκει να αφαιρέσει αυτό το δικαίωμα από τους πολίτες, καταργώντας τον υφιστάμενο νόμο και συστήνοντας μονομερώς νέους δήμους. Μάλιστα, στον νέο νόμο το δικαίωμα του δημοψηφίσματος προνοείται, αλλά μόνο για όσους δήμους δημιουργηθούν μετά την ψήφιση του νόμου του 2020, δημιουργώντας πολίτες «δύο ταχυτήτων». Δηλαδή, κάποιοι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας θα έχουν το δικαίωμα να αποφασίζουν για την «τύχη» του τόπου τους, μέσω δημοψηφισμάτων, και κάποιοι άλλοι όχι».
Όσον αφορά το «Επεξηγηματικό Σημείωμα» του Υπουργείου Εσωτερικών προς τη Βουλή των Αντιπροσώπων για τη μεταρρύθμιση της Τ.Α, αναφέρεται ότι: «Το θέμα των διά νόμου συνενώσεων δήμων/κοινοτήτων, χωρίς τη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων, τέθηκε ως ερώτημα προς την αρμόδια Διεύθυνση του Συμβουλίου της Ευρώπης και ειδικότερα κατά πόσον η ενέργεια αυτή, είναι συμβατή με το άρθρο 5 της Χάρτας Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Συμβουλίου της Ευρώπης», και ότι σύμφωνα με απαντητική επιστολή ημερομηνίας 7.2.2020, διαφαίνεται ότι οι ενέργειες στις οποίες προέβηκε το Υπουργείο Εσωτερικών, συνάδουν πλήρως με τα όσα διαλαμβάνονται στην Χάρτα Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Αναφορικά με το ζήτημα αυτό η ομάδα ισχυρίζεται ότι το συμπέρασμα αυτό είναι αυθαίρετο και δε συνάγεται από την απαντητική επιστολή.
Όπως εξηγεί η ομάδα, κατά την ανάγνωση της απαντητικής επιστολής του αρμόδιου ευρωπαϊκού οργάνου, «διαπιστώσαμε την παροχή ψευδών πληροφοριών από πλευράς ΥΠ.ΕΣ., όπως: 1) «η μεταρρύθμιση είναι το αποτέλεσμα εκτεταμένων συζητήσεων και συνεργασίας με την Ένωση Δήμων Κύπρου και μεμονωμένους δήμους» 2) «η Ένωση Δήμων έχει αποφασίσει παμψηφεί να υποστηρίξει τη μεταρρύθμιση και αναγνώρισε την ανάγκη να προωθηθεί χωρίς τοπικά δημοψηφίσματα».
Ωστόσο, όπως υποστηρίζει η ομάδα «η πραγματικότητα είναι άλλη: το ΥΠ.ΕΣ., επιλεκτικά, δεν έχει κάνει καμία διαβούλευση με κάποιους δήμους και η Ένωση Δήμων δεν έχει αποφασίσει «παμψηφεί» να προωθηθεί η μεταρρύθμιση χωρίς τοπικά δημοψηφίσματα. Εξάλλου, η Ένωση Δήμων δεν έχει κανένα δικαίωμα να αποφασίζει για την «τύχη» του οποιοδήποτε μέλους της και κακώς έθεσε το θέμα σε ψηφοφορία σε δύο, μάλιστα, Γενικές Συνελεύσεις, ενώ υφίσταται σχετική νομοθεσία επ’ αυτού».
Την ίδια στιγμή η ομάδα αξιώνει ότι το ΥΠ.ΕΣ. δεν έχει δώσει όλη την αναγκαία πληροφόρηση στο αρμόδιο όργανο του Συμβουλίου της Ευρώπης. «Είναι εμφανές, από το περιεχόμενο της εν λόγω επιστολής, ότι το ΥΠ.ΕΣ. απέφυγε/παρέλειψε να δώσει μια πληροφορία κρίσιμης σημασίας: ότι η κυπριακή νομοθεσία προνοεί την προσφυγή σε τοπικό δημοψήφισμα ως τον μόνο τρόπο για την κατάργηση ενός δήμου». Μάλιστα, συνεχίζει η ανακοίνωση, μέσα από τη σχετική επιστολή, επεξηγείται ότι μόνο «στην περίπτωση που οι νομοθετικές διατάξεις δεν καθιστούν υποχρεωτική την προσφυγή σε δημοψήφισμα, μπορούν να προβλεφθούν άλλες μορφές διαβούλευσης». «Συνεπώς», η ομάδα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «αν δινόταν πλήρης ενημέρωση από το ΥΠ.ΕΣ., άλλο θα ήταν και το περιεχόμενο της απάντησης του Συμβουλίου της Ευρώπης».
Όπως αναφέρεται, «η επιχειρούμενη προσπάθεια ακύρωσης του νόμου 111/85, που προβλέπει τη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων για την ίδρυση και κατάργηση ενός δήμου, και η αντικατάστασή του με μια «κοπτοραπτική» δημιουργίας νέων δήμων, δεν έχει δημοκρατική νομιμοποίηση. Επιπρόσθετα, παραβιάζει εξόφθαλμα την Ευρωπαϊκή Χάρτα Τ.Α., την οποία η Κυπριακή Δημοκρατία έχει κυρώσει σε νόμο. Εάν επηρεαζόμενοι δήμοι και ομάδες πολιτών υποχρεωθούν να καταφύγουν σε καταγγελίες και προσφυγές, κανένα αρμόδιο ευρωπαϊκό όργανο και κανένα δικαστήριο δε θα κρίνει ως έννομη τη διαδικασία που ακολουθήθηκε για να εφαρμοστεί η αναδιάρθρωση της Τ.Α».
«Η παρέμβαση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εσωτερικών είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία για να αποτραπεί η αντισυνταγματική και αντιδημοκρατική πορεία της μεταρρύθμισης στην Τ.Α» καταλήγει η ανακοίνωση.