Τα αποτελέσματα της φθινοπωρινής έρευνας του Ευρωβαρομέτρου του 2019, τα οποία δημοσιεύθηκαν τον περασμένο Φεβρουάριο στις Βρυξέλλες, κατέδειξαν ότι οι Κύπριοι ανησυχούν σε ποσοστό 30% για την οικονομική κατάσταση, 29% για τη μετανάστευση, 22% για την ακρίβεια και τον πληθωρισμό, 19% για την ανεργία και το εκπαιδευτικό σύστημα, 15% για την εγκληματικότητα και 13% για το σύστημα υγείας. Το 36% των Κυπρίων χαρακτηρίζει την οικονομία ως “τη μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η χώρα”, ενώ ακολουθεί και πάλι το μεταναστευτικό με 27%. Η ίδια έρευνα κατέδειξε επίσης τη μεγάλη αύξηση (διψήφια ποσοστιαία) της ανησυχίας των Κυπρίων για το μεταναστευτικό σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Η προαναφερθείσα ανησυχία των Κυπρίων δεν απορρέει από συναισθήματα ρατσισμού και μισαλλοδοξίας, αλλά εδράζεται στην πραγματικότητα που βιώνει η χώρα μας από το 2015 και εντεύθεν και ειδικότερα τα τελευταία δύο χρόνια. Συγκεκριμένα, το 2015 οι αιτούντες πολιτικού ασύλου ανέρχονταν στους 2253, το 2018 ανέβηκαν κατακόρυφα στους 7761, ενώ μόλις ένα χρόνο αργότερα εκτοξεύτηκαν στους 13258. Μια αύξηση της τάξης του 71% σε μια μόλις χρονιά και σχεδόν του 600% εντός μιας τετραετίας. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί το γεγονός ότι η εν λόγω τάση αναμένεται να ενταθεί ακόμη περισσότερο το 2020. Οι 13258 αιτούντες ασύλου το 2019 αποτελούν αφενός το 3,6% του συνολικού πληθυσμού της Κυπριακής Δημοκρατίας και αφετέρου το ψηλότερο ποσοστό αιτήσεων ασύλου ανά κάτοικο σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μια «πρωτιά» που κατέχει η Κύπρος τα τελευταία τρία μάλιστα χρόνια.
Οφείλουμε λοιπόν να συζητήσουμε και να αντιμετωπίσουμε το κρίσιμο ζήτημα του μεταναστευτικού. Η βασική θέση αρχής του Δημοκρατικού Συναγερμού είναι πως δεν μπορούμε να δεχτούμε στη χώρα μας όλους όσους έρχονται, αλλά και δεν μπορούμε να τους απομακρύνουμε και όλους. Θα πρέπει καταρχάς λοιπόν να γίνει διάκριση μεταξύ των ειδών της μετανάστευσης. Από τη μια των προσφύγων, οι οποίοι προέρχονται από τη Συρία και άλλες εμπόλεμες περιοχές του πλανήτη, όπου θα πρέπει να έχουμε ευαισθησία στην αντιμετώπιση ενός ανθρωπιστικού θέματος, καθώς και σεβασμό έναντι των διεθνών συμβάσεων και υποχρεώσεων μας ως κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως λαός που ζήσαμε στο πετσί μας την προσφυγιά του 1974, είμαι πεπεισμένος ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συμπατριωτών μου αντιλαμβάνεται ότι αυτοί οι άνθρωποι θα πρέπει να τύχουν της καλύτερης δυνατής υποδοχής και φιλοξενίας από τη χώρα μας. Εξάλλου, οι Κύπριοι, σύμφωνα με έρευνα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (2019), δηλώνουν κατά 87% πως δεν τρέφουν αρνητικά συναισθήματα απέναντι στους πρόσφυγες. Εδώ λοιπόν τραβούμε ως ΔΗΣΥ μια πρώτη διαχωριστική γραμμή έναντι των ρατσιστικών και ξενοφοβικών αντιλήψεων του ΕΛΑΜ, το οποίο υιοθετεί πολιτικές χωρίς ανθρωπιστικές προσεγγίσεις.
Από την άλλη μεριά όμως, οι Σύριοι πρόσφυγες ήταν 2602 εκ των 13258 που αιτήθηκαν άσυλο το 2019, ήτοι το 26% των περιπτώσεων ή πιο απλά 1 στους 4. Η πλειοψηφία των ¾ αποτελείται από παράνομους μετανάστες, οι οποίοι κατά 63% έρχεται παράνομα στην Κύπρο διαμέσου της Πράσινης Γραμμής. Απομένει βέβαια ακόμη ένα διόλου ευκαταφρόνητο 37% παράνομων μεταναστών, οι οποίοι έρχονται από τις νόμιμες οδούς της Κυπριακής Δημοκρατίας, και για το οποίο κανένα άλλοθι δεν μας επιτρέπεται. Θα πρέπει λοιπόν να υιοθετεί άμεσα ένα σχέδιο δράσης αντιμετώπισης των εν λόγω παράνομων μεταναστών όπως αρμόζει με τον πραγματισμό και ορθολογισμό της παράταξής μας.
Στο σημείο αυτό οφείλουμε να τραβήξουμε μια δεύτερη διαχωριστική γραμμή έναντι των κενών περιεχομένου διακηρύξεων του ΑΚΕΛ, το οποίο αντιμετώπιζει το ζήτημα, όπως και πολλά άλλα, με ιδεολογικά συνθήματα και όχι με δράσεις και ενέργειες. Ειρήσθω εν παρόδω, αν υιοθετήσουμε τις ΑΚΕΛικές αντιλήψεις τότε ακριβώς θα αυξηθεί η ξενοφοβία και ο ρατσισμός που θεωρητικά προσπαθούν να καταπολεμήσουν.
Η μαζική μετανάστευση θα δημιουργήσει φόβους στον ντόπιο πληθυσμό για δημογραφική αλλοίωση, έχοντας μάλιστα υπόψη του την αλλοίωση που ακόμη συντελείται με τον εποικισμό των κατεχόμενων μας εδαφών.
Οι μετανάστες θα συρρεύσουν μαζικά σε συγκεκριμένους χώρους, οι οποίοι θα γκετοποιηθούν, όπως συμβαίνει ήδη με την παλιά Λευκωσία, και συνεπώς θα χαθεί η ευκαιρία της ομαλής και σταδιακής ενσωμάτωσής τους στην κυπριακή κοινωνία, η οποία επιτρέπει την αναγκαία διατήρηση της κοινωνικής συνοχής. Επιπλέον, η αδυναμία των κρατικών δομών να παρέχουν στέγη, φροντίδα και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη πέραν των προσχεδιασμένων αναγκών, θα θέσει σε κίνδυνο τη δυνατότητα του κράτους να βοηθήσει εκείνους τους πρόσφυγες που έχουν πραγματικά ανάγκη. Τέλος, το κράτος πρόνοιας θα δεχθεί μεγάλες πιέσεις, μιας και πλέον οι φορολογούμενοι πολίτες θα κληθούν να συνεισφέρουν μεγαλύτερα ποσά για την κάλυψη των αναγκών των υπό αναφορά ανθρώπων, οι οποίοι αδυνατούν να συνεισφέρουν στον κρατικό προϋπολογισμό.
Ως εκ τούτου, η παράταξή μας προτείνει ως βασικά μέτρα αντιμετώπισης των παράνομων μεταναστών την όσο το δυνατόν γρηγορότερη εξέταση (fast track) των αιτήσεων πολιτικού ασύλου, παραμονή των αιτούντων πολιτικού ασύλου σε κλειστό κέντρο κατά το σύντομο διάστημα εξέτασης της αίτησής τους, επιστροφή των αιτητών που δεν δικαιούνται πολιτικό άσυλο και προέρχονται από ασφαλείς χώρες και αντιμετώπιση του φαινομένου των εικονικών γάμων και των αιτήσεων των φοιτητών και εργαζομένων που δεν κατέφθασαν ακόμα στη χώρα μας. Πέραν αυτών, υπάρχει άμεση ανάγκη για καλύτερη επιτήρηση της Πράσινης Γραμμής είτε με αύξηση των περιπολιών είτε, καλύτερα, με πιο σύγχρονα τεχνολογικά μέσα. Στόχος μας θα πρέπει να είναι να καταστεί η Κύπρος σ’ ένα, όσο το δυνατόν δυσκολότερο, προορισμό για τους διακινητές παράνομων μεταναστών.
Σ’ αυτή τη διαδικασία χρειαζόμαστε την αρωγή και την ενίσχυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι δυστυχώς η αναποτελεσματικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η απροθυμία συγκεκριμένων κρατών – μελών να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά και δίκαια τις μεταναστευτικές ροές των τελευταίων χρόνων, που έχουν βάλει μια δυσανάλογη πίεση στο σύστημα ασύλου και μετανάστευσης της Κύπρου.
Νοείται ότι στηρίζουμε την προσπάθεια της χώρας μας για μια νέα πανευρωπαϊκή συμφωνία, από κοινού με την Ελλάδα και άλλα κράτη του Ευρωπαϊκού Νότου που επωμίζονται το μεγάλο βάρος σε θέματα μετανάστευσης και ασύλου, η οποία θα διαμορφώνει ένα δικαιότερο Κοινό Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασύλου. Για να καταστεί πραγματικά δίκαιο το υπό αναφορά Σύστημα θα πρέπει να γίνουν οπωσδήποτε αποδεκτά τα δύο βασικά αιτήματα των κρατών – μελών του Ευρωπαϊκού Νότου. Το μεν πρώτο αίτημα για ανακατανομή του αριθμού των μεταναστών σε όλα τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανάλογα με τον πληθυσμό τους και το δε δεύτερο για οικονομική στήριξη των κρατών – μελών που αποτελούν εξωτερικά σύνορα της Ένωσης και, συνεπώς, δέχονται ισχυρές μεταναστευτικές πιέσεις.
Η προσπάθειά μας δεν προμηνύεται εύκολη. Απόδειξη προς τούτο η ανάγκη εκ μέρους του Πρόεδρου της Δημοκρατίας να θέσει, μόλις πρόσφατα, έντονα το θέμα της μείωσης κατά περίπου 30 εκατομμύρια του κονδυλίου για την Κύπρο σε σχέση με το μεταναστευτικό, κατά το έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το οποίο συζητούσε τον πολυετή κοινοτικό προϋπολογισμό για την περίοδο 2021 – 2027. Η αντίδραση του Προέδρου της Δημοκρατίας φαίνεται να βρήκε κατανόηση από την φινλανδική προεδρία και αναμένουμε όπως το κονδύλι για την Κύπρο επανέλθει τουλάχιστον στα 80 εκατομμύρια, όπως ήταν την περίοδο 2014 – 2020. Δείχνει συνάμα όμως και τη μεγάλη προσπάθεια που πρέπει να καταβάλει η χώρα μας, μαζί τουλάχιστον με την Ελλάδα, για να αντιμετωπιστεί η μεγάλη πρόκληση του μεταναστευτικού σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Ως παράταξη της ευθύνης θα θέσουμε το θέμα της μαζικής παράνομης μετανάστευσης στο επίκεντρο των δράσεων μας. Θα στηρίξουμε τις προσπάθειες της κυβέρνησης και του Υπουργού Εσωτερικών είτε σε εθνικό είτε σε πανευρωπαϊκό επίπεδο για να βρούμε τις απαραίτητες λύσεις και δράσεις για να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα. Πάντα βέβαια εντός του κράτους δικαίου, στα πλαίσια των συμβατικών μας υποχρεώσεων και κυρίως χωρίς να επιτρέψουμε να υπάρχει ρητορική μίσους και ξενοφοβίας, η οποία αντανακλαστικά δημιουργεί βία και πόλωση.
Ο Ευθύμιος Δίπλαρος είναι Αντιπρόεδρος ΔΗΣΥ