Ζητήματα που παραμένουν ανοικτά, ανησυχίες για τα επαρχιακά συμβούλια, προβληματισμοί για τα οργανογράμματα, αλλά και φόβοι για τα οικονομικά των νέων οντοτήτων πλαισιώνουν το μεταβατικό στάδιο της πολυσυζητημένης μεταρρύθμισης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Οι ανησυχίες των άμεσα εμπλεκόμενων εκφράζουν σωρεία ζητημάτων, καθώς επίσης και για τους αργούς ρυθμούς με τους οποίους κινείται το Υπουργείο Εσωτερικών. Πολλοί ισχυρίζονται πως το νομοσχέδιο που ψηφίστηκε τον περασμένο Μάρτιο αναφορικά με τη μεταρρύθμιση και τους Δήμους είναι εύθραυστο και πως αν ορισμένες πτυχές του δεν τροποποιηθούν άμεσα υπάρχει μεγάλος κίνδυνος το όλο εγχείρημα να καταρρεύσει. Ακόμα, πιστεύουν πως πρέπει να ασκηθεί πίεση στο αρμόδιο Υπουργείο ώστε να δει κάποια σημαντικά ζητήματα πιο ζεστά προτού βρεθούμε όλοι ενώπιον τετελεσμένων γεγονότων.
Μάλιστα, όπως πληροφορείται η Αυτοδιοίκηση, οι Δημοτικοί Γραμματείς απέστειλαν επιστολή στο Υπουργείο Εσωτερικών τον περασμένο Οκτώβριο, μέσω της οποίας επισήμαναν ορισμένες προτεινόμενες αλλαγές και διορθώσεις, ενώ ζήτησαν διευκρινήσεις για ορισμένα σημεία του νέου νόμου.
Ένα από τα βασικότερα ζητήματα που φαίνεται να προβληματίζουν ιδιαίτερα την Ένωση Δήμων είναι αυτό των οικονομικών των νέων οντοτήτων.
Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές της Αυτοδιοίκησης, οι Δημοτικοί Γραμματείς στην επιστολή τους προς το Υπουργείο Εσωτερικών αναφέρθηκαν στο ποσό της αντιμισθίας των αντιδημάρχων, το οποίο ανέρχεται στο 50% της αντιμισθίας του δημάρχου. Ένα θέμα το οποίο φαίνεται ότι θα δημιουργήσει ένα μεγάλο μηνιαίο κόστος στους Δήμους, οι οποίοι μετρούν πολλούς αντιδημάρχους. Σε αυτό το πλαίσιο, υπάρχει και έντονος προβληματισμός για τις μικρές κοινότητες, οι οποίες θα ενωθούν με Δήμους, οι οποίοι θα καλεστούν να καταβάλουν το συγκεκριμένο κόστος.
Την ίδια ώρα, οι Δημοτικοί Γραμματείς χαρακτήρισαν την πρόνοια που θέλει το ύψος της μισθολογικής δαπάνης για πάσης φύσεως προσωπικό που υπηρετεί στον δήμο να μην υπερβαίνει το όριο του 40% του συνόλου των πάσης φύσεως δαπανών του δήμου, ως ένα σημαντικό πρόβλημα, ιδιαίτερα για τους μεγάλους Δήμους.
Κατά την άποψη τους, το 40% μοιάζει με ένα ουτοπικό ποσοστό, ειδικά εάν ληφθεί υπόψη το γεγονός των νέων αρμοδιοτήτων οι οποίες συνεπάγονται με νέες προσλήψεις. Δεν αποκλείουν μάλιστα, λόγω αυτού του περιορισμού οι Δήμοι να οδηγηθούν σε άλλες λύσεις, όπως για παράδειγμα την αγορά υπηρεσιών.
Σοβαρές σκέψεις γίνονται και για το θέμα της χορηγίας που θα λαμβάνουν οι νέες οντότητες, αφού μπορεί το ποσό να αυξήθηκε στα 117 εκατομμύρια ευρώ, από τα 75 εκατομμύρια ευρώ που λάμβαναν μέχρι στιγμής οι δήμοι, ωστόσο οι αυξημένες αρμοδιότητες σε συνδυασμό με άλλους σημαντικούς παράγοντες μειώνουν το καθαρό ποσό που μένει για αξιοποίηση από πλευράς τοπικών αρχών.
Συγκεκριμένα, αυτό που ανησυχεί τους τοπικούς άρχοντες είναι ότι αρκετές αρμοδιότητες μετακυλούνται από το Κεντρικό Κράτος στους Δήμους, αρμοδιότητες μάλιστα, οι οποίες δεν θα έχουν και τα απαιτούμενα έσοδα.
Έντονος λόγος γίνεται και για την μεγάλη ανάγκη που υπάρχει για νέο προσωπικό την ώρα που δεν είναι ξεκάθαροι οι πόροι που θα μεταφέρονται.
Επίσης, ένας μεγάλος αριθμός κοινοτήτων ενσωματώνεται στους Δήμους, με τους εμπλεκόμενους να διερωτώνται κατά πόσο θα μεταφερθούν και τα κονδύλια που τις αφορούσαν ή εάν θα αναλογεί και σε αυτές τις οντότητες ποσό από την χορηγία των 117 εκατομμυρίων.
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι και το γεγονός πως οι νέες οντότητες θα έχουν απώλεια εσόδων λόγω της λειτουργίας των Επαρχιακών Οργανισμών. Ως εκ τούτου δημιουργούνται πολλές και εύλογες απορίες όσον αφορά το κατά πόσο μιλάμε τελικά για αύξηση της χορηγίας που θα λαμβάνουν οι νέες οντότητες με την υλοποίηση της μεταρρύθμισης ή εάν πρόκειται για ένα δώρο, άδωρο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, η κατανομή των πιο πάνω προβλεπόμενων εσόδων στους δήμους διενεργείται, αφού προηγηθεί διαβούλευση με την Ένωση Δήμων και τον Υπουργό Εσωτερικών και στην απόφαση αυτή συνυπολογίζονται δημογραφικά, οικονομικά, κοινωνικά, διοικητικά και περιβαλλοντικά κριτήρια, με τον τρόπο κατανομής της χορηγίας να αποφασίζεται στη συνέχεια.
Αυτό που υπογράμμισαν και οι Δημοτικοί Γραμματείς στην επιστολή τους είναι ότι τα κριτήρια, τα οποία θα ληφθούν υπόψη θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα ενδελεχής μελέτης και όχι να είναι αποτέλεσμα πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Σκοπός πρέπει να είναι η ενδυνάμωση των δήμων οι οποίοι διαθέτουν πληθυσμό αλλά δεν διαθέτουν πόρους από άλλες πηγές, όπως ο τουρισμός ή οι επιχειρήσεις, έτσι ώστε να μπορέσουν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των δημοτών τους.
Έντονες ανησυχίες εκφράζονται και για τη λειτουργία των Επαρχιακών Συμβουλίων, ιδιαίτερα για το κομμάτι που άπτεται των αδειών οικοδομής και πολεοδομίας, για τη στελέχωση των νέων δήμων αλλά και θέσεων στο μεταβατικό αυτό στάδιο της μεταρρύθμισης, για τα οργανογράμματα αλλά και για ορισμένα θέματα που ανάλαβε το Υπουργείο Εσωτερικών να συζητήσει με τις Συντεχνίες, θέματα για τα οποία οι Δήμαρχοι μέχρι στιγμής δεν είχαν καμία περαιτέρω ενημέρωση.
Εντωμεταξύ η μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης εξακολουθεί να βρίσκεται υπό τη σκιά της Αγλαντζιάς, αφού η προσφυγή του Δήμου στο Ανώτατο Δικαστήριο ενάντια στη ψήφιση του Περί Δήμων Νόμου είναι ένα θέμα που αναμένεται να απασχολήσει τη δημόσια σφαίρα ακόμα περισσότερο μέσα στο επόμενο διάστημα. Να αναφέρουμε ότι η ακρόαση του Δήμου Αγλαντζιάς ορίστηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο για τις 24/02. (Περισσότερα για το θέμα ΕΔΩ)
Μεταρρύθμιση Τοπικής Αυτοδιοίκησης υπό τη σκιά της Αγλαντζιάς
Και όλα αυτά την ώρα που τα χρονοδιαγράμματα για υλοποίηση της μεταρρύθμισης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης πιέζουν τα πράγματα ακόμα πιο πολύ, με αρκετούς να ανησυχούν για το κατά πόσο θα είναι όλα έτοιμα το καλοκαίρι του 2024.
Όλα αυτά και άλλα πολλά λοιπόν, βρίσκονται στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα με το μέλλον της Τοπικής Αυτοδιοίκησης να βρίσκεται σε τουλάχιστον δύσκολα μονοπάτια…